Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Φοβερά οπτασία την οποία


Φοβερά οπτασία την οποία


Το παρόν κείμενο εκδιδόμενο υπό του Πατρός Λαζάρου Ιερομόναχου της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου σκοπόν έχει να φωτίση πάντα χριστιανόν ορθόδοξον να γνωρίση τι είναι αρεστόν ενώπιον του Αγίου Θεού. Και πράττοντας αυτά, θα αξιωθή της βασιλείας των Ουρανών.
1.
Ο Άγιος Βασίλειος ο νέος ήταν πνευματικός Πατέρας του οσίου Γρηγορίου, ο οποίος είχε επίσης πολλά άλλα πνευματικά τέκνα μεταξύ των οποίων ήταν και μια ευλαβέστατη γυναίκα ονομαζόμενη Θεοδώρα η οποία υπηρετούσε τον Άγιο Βασίλειο σε όλη της τη ζωή. Έφθασε δε ο καιρός του θανάτου της και απέθανεν εντός ολίγων ημερών.
Εγώ δε( Ο Γρηγόριος) ευρισκόμενος σε απορία ζητούσα να μάθω και ενοχλούσα τον Άγιο για να μου ειπή εάν εσώθη η Θεοδώρα και που ευρίσκεται. Ο Άγιος Βασίλειος μετά τις πολλές μου ενοχλήσεις, μου είπεν: ” Τέκνον μου Γρηγόριε αύτη τη νύχτα πορεύομαι πρός την Θεοδώρα και έλθε και συ μαζί μού για να την ιδής.”
Εγώ ασπάσθηκα την δεξιά του χείρα και πορεύθηκα να κοιμηθώ. Και γενόμενος σε έκσταση ευρέθηκα σε ένα ανηφορικό και στενό μέρος, και εκεί βλέπω ωραιότατα παλάτια εξαστράπτοντα και κτυπόντας την πόρτα παρουσιάσθηκαν δύο γυναίκες και μου λέγουν. Αυτά τα παλάτια είναι του πατρός Βασιλείου ο οποίος πριν από λίγο πέρασεν από εδώ και πήγε να ιδή την Θεοδώρα η οποία βρίσκεται εδώ.
Ακούωντας δε η Θεοδώρα το όνομα της, έτρεξε στην πόρτα, μ’ ενηγκαλίσθη και μου λέγει:
” Ώ! τέκνον μου Γρηγόριε! Πως ήλθες εδώ; Μήπως απέθανες και ήρθες εδώ;
Εγω της αποκρίθηκα:
” Δεν απέθανα αλλά ευρίσκομαι ακόμη στο σώμα μου στον μάταιο εκείνο κόσμο. Οι ευχές όμως του πνευματικού μας Πατρός Βασιλείου με έφεραν εδώ να σε δω όπου πολύ επιθυμούσα και τον ενοχλούσα κάθε ημέρα για να μάθω πού ευρίσκεσαι, και εάν εσώθης. Και σε παρακαλώ να μου πής πέρι του χωρισμού της ψυχής από το σώμα, πόσους πόνους έχει και πως επέρασες από τα φοβερά τελώνια του αέρος, και τις εξετάσεις των πονηρών δαιμόνων. Διότι κι εγω μέλλω εντός ολίγου και κάθε άνθρωπος στο τέλος της ζωής του να διέλθωμεν. “
Και απεκρίθη η Θεοδώρα και του λέγει:
” Ώ! τέκνον μου Γρηγόριε πως θα σου διηγηθώ τον φόβο και τον τρόμον εκείνης της ώρας του χωρισμού της ψυχής από του σώματος; Πως θα σου εξηγήσω τους πόνους και τις οδύνες του χωρισμού της ψυχής; Σου παριστάνω τέκνο μου να τεθή άνθρωπος γυμνός επάνω σε κάρβουνα και να διαλύεται εώς ότου εξέλθη η ψυχή του. Τόσον δριμείς και ανυπόφοροι είναι οι πόνοι του χωρισμού της ψυχής του αμαρτωλού όπως εγώ· του δε δίκαιου τέκνον μου Γρηγόριε δεν γνωρίζω.
Όταν βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και ψυχομαχούσα έβλεπα γύρω μου τα πονηρά πνεύματα των δαιμόνων· άλλους μεν σαν μαύρους σκύλους, και εγαύγιζαν, άλλους δε σαν ταύρους μουγκρίζοντας και λυσσόντας στρέφοντας τα άγρια και άσχημα πρόσωπα τους κατ’ απάνω μου και με φοβέριζαν. Εγώ δε έστρεφα τα μάτια μου σε άλλο μέρος για να μην βλέπω την άσχημη μορφή τους και τον θόρυβο που έκαναν· αλλά ήταν αδύνατο, τέκνο μου Γρηγόριε να αποφύγω.
Και ενώ ήμουν σε τόσην στεναχώρια βλέπω ξαφνικά δύο νέους αστραπόμορφους με χρυσά μαλλιά, και στάθηκαν στα δεξιά του κρεβατιού μου, και ο ένας απ’ αυτούς άρχισε να φοβερίζη τους φοβερούς εκείνους δαίμονες λέγοντας:
” Φύγετε παμμίαροι και αγριοπρόσωποι διότι δεν έχετε να κερδήσετε τίποτε α’ αυτή την ψυχή.”
Αυτοί δε έφεραν τις αμαρτίες μου όσας εποίησα από τα νιάτα μου, είτε σε λόγια, είτε σε πράξεις και εφώναζαν όλα τ’ αμαρτήματα μου ακόμη και όσα δεν έπραξα·
εγώ δε με φόβω και τρόμω επρόσμενα το θάνατο και εξαιφνής ήλθεν ο θάνατος σαν ένας νέος χονδρός και οργισμένος, σαν λιοντάρι, φορτωμένος διάφορα εργαλεία και είπαν σ’ αυτόν οι Άγγελοι· λύσαι τις αρθρώσεις του σώματος και μην της δώσης πολλούς πόνους διότι τ’ αμαρτήματα της είναι λίγα· τότε άρχισεν από τα πόδια και έλυε τις αρθρώσεις του σώματος μου, και τότε αισθανόμουν οτι νεκρωνόταν το σώμα μου, και τελικά ο τύρρανος εκείνος γέμισε ενα ποτήρι με πικρό περιεχόμενο, μου το πότισε και ευθής εξήλθεν η ψυχή μου από το σώμα μου, τότε την παράλαβαν οι δύο Άγγελοι και εγώ θαύμαζα για τα γινόμενα, διότι δεν ήξερα οτι συμβαίνουν αυτά στον καιρό του θανάτου στον ταλαίπωρο άνθρωπον.
Και οι Άγγελοι εξέταζαν τα καλά έργα που έκαμα στη ζωή μου, αν νήστευσα, αν πήγαινα εκκλησία και αν στεκόμουν με φόβο Θεού, αν τάϊσα τους πεινώντες, αν επισκέφθηκα ασθενείς, αν δεχόμουν ξένους στο σπίτι μου, αν έδωκα το καλό παράδειγμα στους άλλους, αν υπέμεινα βρισιές, αν απέφευγα όρκους, αν δεν βλασφημούσα, αν δεν καλλοπιζόμουν, και πολλά άλλα, τα εζύγισαν αυτά με τις αμαρτίες μου οι δε δαίμονες έτριζαν τα δόντια τους σε μένα και ορμούσαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων, και να με ρίξουν στον άχαρον Άδην.
Ξαφνικά ήλθεν ο πνευματικός μου Πατέρας Βασίλειος και είπε πρός τους Αγγέλους:
” Κύριοι μου επειδή αυτή η ψυχή με υπηρέτησεν στη ζωή μου, παρακάλεσα τον Κύριον να την συγχωρέση και να τη σώση από τα χέρια των δαιμόνων, και οι Άγγελοι πετώντας αμέσως ανεβαίναμεν στον ουρανό ανατολικά, και ανεβαίνοντας συναντήσαμεν:
1ον. Το τελώνιο της καταλαλιάς.
Εδώ υπήρχε μιά σύναξις μαύρων, και μας σταμάτησαν, και λυσσόντας σαν σκύλλοι ζητούσαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων. Και μάρτυς μου ο Κύριος τέκνον μου Γρηγόριε, μου εφανέρωσαν όσους κατέκρινα στη ζωή μου και όχι μόνο τ’ αληθινά αλλά με συκοφαντούσαν και έλεγαν πολλά ψέματα εναντίων μου. Οι δε Άγγελοι καταφρονήσαντες αυτούς, και πετώντας τις πτέρυγες τους ανεβαίναμεν στον ουρανό.
2ον. Τελώνιο της ύβρεως.
Και ανεβαίνοντας λίγο συνατήσαμε το τελώνιο της ύβρεως, και εδώ πολυαγωνιζόμενοι οι Άγγελοι, με τις ευχές του Πατρός μας Βασιλείου, αναχωρίσαμεν και συνομιλούντες οι Άγγελοι έλεγαν· αληθινά μεγάλην ωφέλειαν βρήκε αυτή η ψυχή από τον Άγιον Βασίλειον.
3ον. Τελώνιον του φθόνου.
Και ανεβαίνοντας εφθάσαμεν στο τελώνιο του φθόνου, και μη έχοντας τίποτα οι δαίμονες εναντίων μου επεράσαμεν ανενόχλητοι· αν και έτριζαν τα δόντια τους, οι αγριοπρόσωποι εκείνοι μαύροι να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων· και έτσι περάσαμε το τελώνιο τούτο.
4ον. Τελώνιον του ψεύδους.
Και ανεβαίνοντας, σε πολύ ύψος φθάσαμεν στο τελώνιο του ψεύδους όπου εκεί πολύ πλήθος δαιμόνων με άσχημα πρόσωπα έτρεχαν κατ’ απάνω μου, κραυγάζοντας και λυσσόντας έφεραν πολλές αποδείξεις, και είχαν γραμμένα πολλές ανόητες λέξεις που έλεγα στην παιδική μου ηλικία μέχρι και τα πρόσωπα που τα έλεγα και ζητούσαν απολογία από τους Αγγέλους. Και οι Άγγελοι πληρώσαντες από τα του Αγίου Βασιλείου αναχωρήσαμεν.
5. Το τελώνιο του θυμού και της οργής.
Και ανεβαίνοντας εφθάσαμεν στο τελώνιο του θυμού και της οργής, όπου εκεί πλήθος μαύρων λυσσόντας σαν σκύλλοι δάγκωναν ο ένας τον άλλον και κατατρώγονταν αναμεταξύ τους και σαν αγριόχοιροι ορμόντας εναντίων μου, έκαμναν τα σχήματα και τα καμώματα που έκανα όταν θυμονόμουν και όταν εκρατούσα έχθρα και μνησικάκουν με κανένα· και εδώ πληρώνοντας από τα του Αγίου Βασιλείου αναχωρήσαμεν.
6. Τελώνιον υπερηφάνειας.
Και ανεβαίνοντας λίγον οι Άγγελοι εφθάσαμεν στο τελώνιο της υπερηφάνειας και ψάχνοντας πολλά οι δαίμονες δεν βρήκαν τίποτα να με κατηγορήσουν διότι ήμουν φτωχή και περνώντας ανενόχλητοι φθάσαμεν στο τελώνιο της βλασφημίας.
7ον. Τελώνιον της βλασφημίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της βλασφημίας, και αμέσως όταν μας είδαν οι δαίμονες έτρεξαν κατ’ απάνω μας τρίζοντας τα δόντια και βλασφημούντες, εγώ έτρεμα από τον φόβο μου και μου έλεγαν οτι βλασφήμησα τρείς φορές στη νεότητα μου· οι δε Άγγελοι έφεραν απόδειξη οτι εξομολογήθηκα και αναχωρήσαμεν αφήνοντας τους δαίμονες άπρακτους.
8ον. Τελώνιον της φλυαρίας και αστειολογίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιον της αστειολογίας και φλυαρίας και ζητούσαν οι δαίμονες να δώσω απολογίαν για τα αισχρόλογα, τις αστειολογίες και άσεμνα τραγούδια που έλεγα στη νεότητα μου και απορούσα πως τα θυμούνταν, ενώ εγώ από την πολυκαιρία τα ξέχασα· και πληρώνοντας οι Άγγελοι ανεχωρήσαμεν.
9ον. Τελώνιον του τόκου και δόλου.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο του τόκου και του δόλου που εξετάζει τους τοκογλύφους και δόλιους, και χωρίς να βρουν τίποτα οι δαίμονες να αποδείξουν αναχωρήσαμεν.
10ον. Τελώνιον της οκνηρίας και του ύπνου.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της οκνηρίας όπου οι δαίμονες με εξέτασαν αν κοιμώμουν πολύ και βαριόμουν να σηκωθώ να προσευχηθώ ή να πάω στην εκκλησία ή αν μπορούσα να κάμω κανένα καλό και αμελούσα· και χωρίς να βρούν τίποτα αναχωρήσαμεν ανενόχλητοι.
11ον. Τελώνιον της φιλαργυρίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της φυλαργυρίας στο οποίο υπήρχε πολύ σκοτάδι και ομίχλη· και εξετάζοντας οι δαίμονες και αφού δεν βρήκαν τίποτα επειδή ήμουν φτωχή, φύγαμεν ανενόχλητοι.
12ον. Τελώνιον της μέθης.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μέθης, και ορμόντας οι δαίμονες σαν λύκοι αρπακτικοί κατ’ απάνω μας, εξέταζαν το κρασί που ήπια σ’ όλη μου τη ζωή· και με κατηγορούσαν οτι στο τάδε σπίτι ήπιες τόσα ποτήρια, στον τάδε γάμον εμέθυσες και όσα μου έλεγαν ήσαν αληθινά· και πληρώνοντας οι Άγγελοι αναχωρήσαμεν
και ανεβαίνοντας οι Άγγελοι έλεγαν αναμεταξύ τους:
“Μεγάλον κίνδυνον έχει η ψυχή εώς ότου περάσει τα ακάθαρτα τελώνια του αέρος”
και εγώ τους λέγω:
” Ναι κύριοι μου, και νομίζω πως κανείς από τους ζωντανούς ανθρώπους δεν θα γνωρίζη το τι συμβαίνει μετά τον χωρισμό της ψυχής από τους δαίμονες του αέρος, και αλλοίμονο στους αμελείς το τι τους περιμένει·”
και οι Άγγελοι αποκρίθηκαν και είπαν:
” Οι αγίες Γραφές αναλαμβάνουν όλα αυτά, αλλά οι ταλαίπωροι ανθρώποι σκοτεισμένοι από την πολυτέλεια, τροφές και ηδονές του κόσμου, τυφλόνονται και δεν πιστεύουν οτι θα πεθάνουν και δεν φροντίζουν να κάμνουν καλά έργα για την ψυχή τους· και αλλοίμονο στους αμελείς διότι τους αρπάζουν οι δαίμονες και τους ρίπτουν στον σκοτεινόν Άδην μέχρι της κρίσεως οπότε θα δικασθούν και θα απολάβη ο κάθε ένας οτι έπραξε.”
13ον. Τελώνιον της μνησικακίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μνησικακίας που εξετάζει αυτούς που έχουν έχθρα, και δεν συγχωρούν τους αδελφούς τους. Και ορμόντας οι δαίμονες κατ’ απάνω μου, εξέταζαν τα κατάστιχα τους , να βρούν κανένα πταίσιμο να με αρπάξουν· και χωρίς να βρούν φώναξαν σαν λυσσασμένα σκυλιά οτι ξεχάσαμεν να τα γράψουμεν, και αναχωρήσαμεν ανεβαίνοντας,
και ρώτησα τους Αγγέλους πως γνωρίζουν οι δαίμονες τις αμαρτίες των ανρθώπων, και μου αποκρίθηκαν οι Άγγελοι:
” Δεν γνωρίζεις, οτι μετά το βάπτισμα κάθε χριστιανός λαμβάνει έναν Άγγελο σαν φύλακα να τον φυλάει, και να τον οδηγή στο καλό, και να γράφη τα καλά του έργα· ομοίως δε τον ακολουθή και ένας διάβολος και γράφη τις κακές του πράξεις, και τις αναγγέλλει στο κάθε τελώνιο που ανήκει η αμαρτία και γι’ αυτό γνωρίζουν οι δαίμονες, και όταν η ψυχή χωρίση από το σώμα και ανέρχεται στους ουρανούς την εξετάζουν δαίμονες σε κάθε τελώνιο και τούτο γίνεται στους ορθόδοξους χριστιανούς μόνο, στους δε απίστους και ασεβείς δεν υπάρχει καμιά εξέτασις.”
14ον. Τελώνιον της μαγείας και γοητείας.
Ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μαγείας και γοητείας. Εδώ οι δαίμονες ήσαν σαν άγρια ζώα· άλλοι είχαν μορφή σκύλλου, άλλοι σαν βόδια, άλλοι σαν φίδια, με άσχημη μορφή, αλλά με θείαν χάρην όταν με εξέτασαν δεν βρήκαν τίποτα,
και ανεβαίνοντας ρώτησα τους Άγγελους με τι τρόπον μπορούν να σβήσουν από τα κατάστιχα των δαιμόνων τα αμαρτήματα των ανθρώπων,
και οι Άγγελοι μου αποκρίθησαν:
” Συγχωρούνται τα αμαρτήματα οταν ο άνθρωπος μετανοήση και εξομολογηθή στον πνευματικόν και κάμη τον κανόνα που του έβαλεν τότε εξαλείφονται τα αμαρτήματα από τα κατάστιχα των δαιμόνων· και λυσσώντας οι δαίμονες τους πολεμούν για να τους ρίψουν σε νέα αμαρτήματα. Γι’ αυτό η εξομολόγηση και η μετάνοια γίνονται αιτίες να συγχωρηθούν οι ανθρώποι και να περάσουν ελεύθερα τα εναέρια τελώνια. Αλλά πολλοί ανθρώποι λέγουν οτι τα εξομολογούνται στον Θεό· και άλλοι πάλι ζητούν να εύρουν πνευματικόν συγκαταβατικόν για να αποφύγουν τον κανόνα· Αλλά αυτή δεν είναι μετάνοια αλλά πονηρία και ο Θεός ου μυκτηρίζεται. Και όπως στην ασθένεια του σώματος εκλέγουμεν τον καλύτερον ιατρόν, έτσι πολύ περισσότερον στην ασθένεια της αθάνατης ψυχής να εκλέγουμε τον θεοφοβούμενον και αυστηρόν πνευματικό, και να τον έχει κανείς μέχρι τέλους της ζωής· αλλιώς πλανούνται οι ανθρώποι και δεν μπορούν να περάσουν τα τελώνια του αέρος.”
15ον. Τελώνιον της γαστριμαργίας και πολυφαγίας.
Αυτά καθώς μου έλεγαν φθάσαμε στο τελώνιο της γαστριμαργίας και πολυφαγίας, όπου οι δαίμονες ήσαν πολύ χονδροί σαν τους χοίρους, δυνατοί και άγριοι, και έτρεξαν κατ’ απάνω μου, γαυγίζοντας, και μου φανέρωσαν τις πολυφαγίες που έκαμνα απο μικρήν ηλικία μέχρι που γέρασα, και οτι δεν νήστευα Τετάρτη και Παρασκευή μέχρι και τις 40στάς χωρίς εγκράτεια· και οι Άγγελοι φέρνοντας τα καλά μου έργα για πληρωμή αναχωρήσαμεν.
16ον. Τελώνιο της ειδωλολατρίας.
Και φθάσαμεν στο τελώνιο της ειδωλολατρίας και διαφόρων αιρέσεων, και χωρίς να βρούν τίποτα οι δαίμονες αναχωρίσαμεν.
17ον. Τελώνιον της αρσενοκοιτίας.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της αρσενοκοιτίας· και ο πρώτος αυτών καθόταν σαν φοβερός δράκωντας αλλάσωντας μορφές πότε σαν αγριόχοιρος, πότε σαν ποντικός, πότε σαν θηριόψαρο και τριγύρω αυτού βρώμα και ανυπόφορη δυσσωδία και επλάγιαζε ασχημονώντας. Και επειδή δεν βρήκε τίποτα εναντίων μου, αναχωρήσαμεν,
και μου έλεγαν οι Άγγελοι οτι πολλοί φθάνουν μέχρι εδώ ανεμπόδιστα, και για την αισχρήν αυτήν πράξιν, καταγκρεμίζονται στον σκοτεινόν και άχαρον Άδην.
18ον. Τελώνιον των χρωματοπροσώπων.
Και μιλώντας φθάσαμεν στο τελώνιο το οποίον εξετάζει άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι καλλωπίζουν τα πρόσωπα τους με διάφορα χρώματα, και μυρωδικά και δεν ευχαριστούνται με το κάλλος που τους έδωσεν ο Θεός. Εγώ είχα χρωματισθή δυό φερές στη ζωή μου και οι δαίμονες εξέταζαν να με κρατήσουν οι Άγγελοι όμως επάλευαν με πολύν κόπον φέρνοντας τις καλές μου πράξεις, και κερδίζοντας αναχωρίσαμεν.
19ον. Τελώνιον της μοιχείας.
Ανεβαίνοντας φθάσαμεν στο τελώνιο της μοιχείας το οποίον εξετάζει τους μοίχους και μοιχαλίδας· δηλαδή τους παντρεμένους οι οποίοι πηγαίνουν σε ξένες γυναίκες και μολύνουν το στεφάνι τους. Επίσης εδώ στο τελώνιον αυτό εξετάζονται και οι παρά φύσιν πράξαντες με τις γυναίκες τους. Αλλά επειδή εγώ δεν είχα ευθύνη από αυτά αναχωρίσαμεν χωρίς πρόβλημα.
20ον. Τελώνιον του φόνου και της εκτρώσεως.
Και ανεβαίνοντας φθάσαμεν στους τελωνάρχες του φόνου οι οποίοι εξετάζουν τους φονιάδες, μέχρι και τις γυναίκες που αποβάλλουν από την κοιλία τους βρέφη και μέχρι και αυτούς που αποφεύγουν την τεκνογονία· και από εδώ με την χάρην του Θεού αναχωρήσαμεν χωρίς πρόβλημα.
21ον. Τελώνιον της κλοπής.
Και ανεβαίνοντας λίγο φθάσαμεν στο τελώνιο της κλοπής που εξετάζει τους κλέφτες και εξετάζοντας με καλά οι δαίμονες δεν βρήκαν τίποτα και αναχωρίσαμεν ανεμπόδιστα.
22ον. Τελώνιον της πορνείας.
Και ανεβαίνοντας πολύ ψηλά φθάσαμεν στην θύρα του Ουρανού, όπου βρίσκεται το τελώνιο το οποίον εξετάζει τους πόρνους. Ο αρχηγός τους καθώταν σε υψηλό θρόνο και φορούσεν φόρεμα ραντισμένο με αφρούς και αίματα κάθε ακαθαρσίας πλυμμηρισμένον, το οποίον έγινε αυτό από τις ακαθαρσίες της πορνείας. Και ωρμόντας οι δαίμονες κατ’ απάνω μου με εκατηγορούσαν και έλεγαν πολλά ψέματα, και ετόλμησαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων και να με ρίψουν στον άχαρον Άδην. Οι δε Άγγελοι αντίλεγαν σ’ αυτούς, οτι είχα εξομολογηθή και παραίτησα από πολύν καιρόν αυτά. Και λέγοντας ψέματα οι δαίμονες έλεγαν οτι δεν τα εξομολογήθηκα ούτε κανόνα έλαβα από πνευματικόν, και οι Άγγελοι αναχώρησαν, τρίζοντας οι ακάθαρτοι δαίμονες τα δόντια τους.
Και προχωρόντας μου λένε οι Άγγελοι οτι πολύ λίγοι περνούν από αυτό το τελώνιο. Οι περισσότεροι άνθρωποι που έρχονται μέχρι εδώ πέφτουν στον σκοτεινόν και άχαρον Άδην.
23ον. Τελώνιον της ασπλαχνίας.
Και ανεβαίνοντας λίγο φθάσαμεν στο τελώνιο της ασπλαχνίας, το οποίο εξετάζη τους σκληρόκαρδους και ανελεήμονες και εξετάζοντας με οι δαίμονες και χωρίς να με βρουν άσπλαχνη διότι ελεούσα τους φτωχούς, και καταντροπιασθέντες οι δαίμονες, αναχωρήσαμεν απ’ αυτούς.
Η πύλη του Ουρανού.
Και ανεβαίνοντας χαρούμενοι φθάσαμεν στην πύλη του Ουρανού, η οποία ακτινοβολούσε και έλαμπε σαν καθαρό χρυσάφι και είχεν υπερθαύμαστην ωραιότητα, που δεν μπορεί γλώσσα ανθρώπου να την διηγηθή. Ο θυρωρός, ήταν ενας αστραπόμορφος νέος με χρυσά μαλιά και μας δέχθηκε χαρούμενος δοξάζωντας τον Θεόν διότι περάσαμε τα εναέρια τελώνια των δαιμόνων.
Και περνώντας την πύλη του ουρανού είδαμεν πλήθος αστραπόμορφων νέων οι οποίοι ακτινοβολούσαν σαν τον ήλιο και χαίρονταν όλοι και ευφραίνονταν, για την σωτηρία μου· εμείς πορευθήκαμεν με αγαλλίαση και χαράν ανεκλάλητον για προσκύνησιν του αστραπόμορφου θρόνου του Θεού, και Σωρήρα Ημών Ιησού Χριστού. Και είδαμεν σύννεφα όχι σαν τα συνηθισμένα τα οποία παραμέριζαν για να περάσουμεν. Και είδαμεν άλλο σύννεφο λευκό και χρυσόμορφο από το οποίο εξέρχονταν αστραπές και παραμέρισε κι αυτό όπως τα άλλα και περνόντας αισθανθήκαμεν γλυκύτατην ευωδία από τον θρόνο του αοράτου Θεού. Και είδαμεν στο άμεσον ύψος αστραποβόλο τον θρόνο του Παντάνακτος Θεού. Εκεί είναι η χαρά των δικαίων και η Αιώνια αγαλλίαση. Κ’ είδαμεν εκεί πλήθος άπειρον αστραπόμορφων νέων, που φορούσαν πολύτιμα φορέματα με χρυσές ζώνες.
Φθάσαμεν απέναντι του θρόνου του Θεού, και οι Άγγελοι που με κρατούσαν άρχισαν να ψάλλουν και κλίνοντας τα γόνατα προσκυνήσαμεν τρείς φορές την Παναγίαν Τριάδα, και μαζύ με ημας όλο το πλήθος των Αγίων Αγγέλων που ήταν γύρω του θρόνου του Θεού. Κ’ ευθέως ακούστηκε φωνή γλυκύτατη και έλεγεν στους Αγγέλους οδηγήστε την ψυχήν αυτήν πρώτα στον Παράδεισον και έπειτα στα καταχθόνια του άδου καθώς κάνεται σε όλες τις ψυχές. Κ’ έπειτα αναπαύσεται την στην κατοικία του δούλου μου Βασίλειου που με παρακάλεσεν.
Και συνοδεύοντας με οι Άγγελοι με έφεραν στον Παράδεισον όπου είδα τις κατοικίες των δικαίων όπου έλαμπαν σαν ακτίνες του ήλιου των οποίων η κατοικία εκάστου διέφερεν κάθε ενός ανάλογα των έργων του. Εκεί είδαμεν τον κόλπον του Αβραάμ όπου αναπαύονται τα τέκνα των ορθόδοξων χριστιανών όσα έζησαν στον κόσμο αναμάρτητα. Εκεί αναπαύονται οι ψυχές των 12 Πατριαρχών και όλων των Αγίων και φαίνονταν σαν να ήταν με σώματα, αλλά χέριν ανθρώπου δεν μπορεί να τους πιάση.
Όταν επισκεφθήκαμεν όλες τις κατοικίες των Αγίων οι Άγγελοι με έφεραν στις φοβερές κολάσεις του Άδη όπου κατοικούν οι αμαρτωλοί· και είδα τις σκοτεινές φυλακές όπου είναι κλεισμένες οι ψυχές των αμαρτωλών ώς η άμμος της θάλασσας και σκεπάζονταν από την μαύρην ομιχλη του θανάτου· και εκεί ακούεται τέκνον μου Γρηγόριε το ουαί και αλλοίμονο και τους κατατρώγει ασταμάτητα ο μολυσμός και η βρώμα.
Αφού γυρίσαμεν όλες τις κολάσεις των αμαρτωλών, ο ένας Άγγελος μου λέγει.
“Θεοδώρα ξέρεις οτι σήμερα ο πνευματικός σου πατέρας Βασίλειος κάμνει το τεσσαρακοστόν σου μνημόσυνο στην γη;”
Και λέγοντας αυτό ο άγγελος με άφησαν να εμφανισθώ στην πανευφρόσυνη κατοικία του Παραδείσου, όπου εδω βρίσκονται και άλλες ψυχές των πνευματικών τέκνων του πατρός μας Βασιλείου. Εκεί βρισκόταν ωραιότατο τραπέζι ακτινοβολόντας διά των πολύτιμων λίθων που ήταν στολισμένη, και γεμάτη με διάφορα ωραιότατα οπωρικά που έτρωγαν ανθρώποι άϋλοι χωρίς παχιές σάρκες και έλαμπαν σαν ακτίνες του ήλιου τα πρόσωπα τους. Εκεί δεν διακρίνονταν οι άνδρες από τις γυναίκες. Ωραιότατοι νέοι τους κερνούσαν με ροδοκόκκινο ποτό και όσοι έπιναν χόρταναν από την γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος.
Τότε ο Άγιος Βασίλειος διέταξε την Θεοδώρα να με οδηγήση να ιδώ το ωραιότατο περιβόλι της κατοικίας του. Και οδηγόντας με η Θεοδώρα φθάσαμεν στο περιβόλι του οποίου η πόρτα και τα ψηλά τείχη ήσαν χρυσαφένια, το οποίον ήταν γεμάτο από ποικιλόμορφα δέντρα φορτωμένα από ευγευστάτους και ωραιοτάτους καρπούς άφθαρτους και αθάνατους·
και βλέπωντας αυτά εγώ έμεινα εκστατικός, η δε Θεοδώρα είπε:
” Αυτά όλα που βλέπεις τα εχάρισεν ο Πανάγαθος Θεός του πατέρα μας Βασιλείου, για τους κόπους του και την αρετή του, για να ευφραίνεται και να αναπαύεται με όλα τα σωσμένα πνευματικά του τέκνα. Φρόντισε και συ τέκνον μου Γρηγόριε, εώς ότου βρίσκεσαι στον προσωρινόν κόσμο, να κάμης τις εντολές του Θεού, για να έλθης και συ εδώ μέχρι την Δευτέρα Παρουσία, οπότε ο Θεός έχει μεγαλύτερα από αυτά ετοιμασμένα γι’ αυτούς που Τον Αγαπούν.”
Εγώ ψηλαφίζοντας τον εαυτό μου εάν ήμουν με το σώμα, μου φάνηκε σαν να έπιανα ακτίνες του ήλιου, και τότε ήλθα στον εαυτό μου ελευθερωθείς από τα φοβερά και εξαίσια εκείνα πράγματα. Και συλλογιζόμενος όλα αυτά έλεγα· άραγε από τον διάβολο τα είδα όλα αυτά; Και σηκώθηκα επορεύθηκα να συναντήσω τον άγιον Γέροντα μου, και βρίσκωντας τον έβαλα μετάνοια και πήρα την ευλογία του, και μου λέει· άραγε ξέρεις τέκνον μου Γρηγόριε, οτι αυτήν τη νύκτα είμασταν μαζί στα ουράνια και αιώνια σκηνώματα εκεί που βρίσκεται η Θεοδώρα και την είδες και μιλήσατε μαζί κατά την επιθυμία σου, και πήγατε μαζί στο ωραιότατο περιβόλι και είδες τα πανεύοσμα εκείνα άνθη και τους αθάνατους εκείνους καρπούς και είδες τα ολόχρυσα εκείνα παλάτια αυτήν τη νύκτα, μήν νομίσεις τέκνον μου οτι όλα αυτά είναι όνειρο.
Εγώ ακόυωντας αυτά από το στόμα του άγιου Γέροντα και επιγείου αγγέλου λιποθύμησα και έμεινα άφωνος γνωρίζοντας όλα αυτά οτι έγιναν στ΄αλήθεια.
Έπειτα όταν συνήλθα μου λέγει ο Άγιος:
” Και συ τέκνον μου Γρηγόριε φρόντισε να διέλθης τη ζωή σου με αγαθοεργίες κατά τις εντολές του Χριστού και μετά τον θάνατο σου θα σε δεχθώ στις αιωνίους κατοικίες, τις οποίες μου εδώρησεν ο Κύριος δια την πολλήν του αγαθότητα. Διότι εγώ θα φύγω σε λίγο από τον μάταιο αυτόν κόσμο, και συ υστερότερα και θα σε περιμένω εκεί στα αιώνα, διότι καθώς ο Κύριος μου αποκάλυψε θα διέλθης την ζωή σου θεάρεστα. Πρόσεξε τέκνον μου μη φανερώσης σε κανέναν όσα είδες και άκουσες εν όσω ζω. Μετά από τον θάνατο μου γράψε τα αυτά για ωφέλεια των Χριστιανών που θα τα διαβάσουν.”
Εώς εδώ αδελφοί χριστιανοί είναι η διήγηση του θανάτου της Θεοδώρας την οποίαν έγραψεν ο σοφός Γρηγόριος. Επίσης έγραψεν πως μέλλεται να γίνη η φοβερά κρίσις την ημέρα εκείνης της Δευτέρας! Παρουσίας του Αδεκάστου Κριτού περί της οποίας αποκαλύφθηκεν στον άγιον γέροντα Βασίλειον, και το οποίον βρίσκεται πιό κάτω σε αυτό το κείμενο γραμμένο.
2.
ΦΟΒΕΡΑ ΟΠΤΑΣΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΟΒΕΡΑΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
(Απο Σιναΐτικο Χειρόγραφο του 15-16ου αιώνα)
Επί της Βασιλείας του Λέοντος του Σοφού στα χρόνια 886-911 υπήρχεν ο όσιος Βασίλειος ο Νέος, ο οποίος είχεν μαθητήν του κάποιον Γρηγόριον, ο οποίος κυριευμένος απο λογισμούς πίστευε οτι οι εβραίοι που τηρούν τον Μωσαϊκό Νόμο, μετά την Ανάσταση των νεκρών, θα είναι δεκτοί στον Θεόν την ημέρα της Κρίσεως όπως οι Προπάτορες, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.
Ο δε Άγιος Βασίλειος αντιφρονούσε σ’ αυτό λέγοντας προς τον νεαρόν:
” Ο Κύριος λέγει τέκνον μου στο Ιερόν Ευαγγέλιο, εγώ είμαι η θύρα, δι εμού εάν τις εισέλθη σωθήσεται ( Ιωαν. 10,8) και πως είναι δυνατόν τέκνον μου να σωθούν οι εβραίοι που είναι εχθροί του Θεού και τον βλασφημούν κάθε ημέραν;”
Και προσευχόμενος ο Άγιος στον Θεό να αφαιρέση από τον νεαρό αυτούς τους λογισμούς, απέστειλεν ο Πανάγαθος Θεός θείον Άγγελον και εξήγησεν στον Γρηγόριον περί τούτου,
και λέγει μιά νύκτα ενώ κοιμώμουν, ξύπνησα για προσευχή, κατά συνήθεια και είδα σε όραμα οτι βρέθηκα σε μια πεδιάδα γεμάτη ποικίλων δέντρων και λουλουδιών, και ξαφνικά φάνηκε ένας νέος ψηλός και ωραίος με πύρινη στολή εξαστράπτων και μου λέγει:
” Γρηγόριε, οι ευχές του Οσίου Πατρός Βασιλείου σε έφεραν εδώ για να μάθης, να πεισθής και να γνωρίσης την αλήθεια που επιθυμούσες.”
Και αρπάζοντας με ο Νέος απο το χέρι βαδίζαμεν και νεφέλη φωτεινή μας ανέβασεν σε άπειρο ύψος, και υπερθαύμαστον κόσμον, και βλέπωντας έτρεμα από τον φόβο μου, και ευθύς βρεθήκαμεν στην πεδιάδα της οποίας το έδαφος ήταν υάλλειο, και μέσα στην πεδιάδα υπήρχεν άπειρον πλήθος πυρινόμορφων νέων και ακούονταν υμνωδίαις και άσματα μελίρρητα και υπερθαύμαστα.
Προχωρόντας είδαμεν άλλον τόπον πύρινον, ο οποίος φαινόταν οτι φλεγόταν και δεν καιγόταν, όπου ανθρώπινη γλώσσα δεν μπορεί να διηγηθή. Και ο τόπος αυτός μου είπεν ο συνοδός μου Άγγελος οτι είναι η Αγία Πόλις η Άνω Ιερουσαλήμ της οποίας Δημιουργός είναι ο Θεός, και είναι η πόλις των Αγίων και πάντων των Δικαίων, των ευαρεστησάντων τον Θεόν.
Και καθώς μου τα έλεγεν αυτά ο Άγγελος, βλέπω υπεράνω της Αγίας Πόλης αιωρούμενον τον Τίμιον Σταυρόν, υπεραστράπτοντα περισσότερο από τις ηλιακές ακτίνες,
και μετά από αυτό βλέπω πλήθος Αγγέλων, κρατώντας θρόνον φρικώδη, και τεράστιον και φωνή βροντώδης και φοβερή εξακούετο λέγουσα:
” Ιδού ο Μέγας και φοβερός Κριτής έρχεται να κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς, και να αποδώση στον κάθε ένα άνθρωπο κατά τα έργα αυτού. Και αυτά όλα γίνονται στην κοιλάδα του Ιωσαφάτ της επιγείου Ιερουσαλήμ, καθώς γράφτηκε στις Γραφές.”
Και μετά από αυτά βλέπω άλλους Αγγέλους κατέχοντας πύρινες σάλπιγγες, και με την προσταγή του Κριτή σάλπισαν, και εσαλεύθησαν τα θεμέλια της γης, και να ανοίχτηκαν οι τάφοι των από όλων των αιώνων νεκρών, από τον Αδάμ μέχρι της εσχάτης ημέρας.
Και ευθύς ώ! φρικτόν θέαμα ανέβαιναν από τους τάφους, τα οστά γυμνωμένα των νεκρών των αιώνων, και ενδύνονταν σάρκες, νεύρα και δέρμα, και ήταν άπειρο το πλήθος ως η άμμος της θάλασσας, γυμνοί και τρομαγμένοι, όλοι σε μια ηλικία, σαν να ήταν 33 χρονών και φαίνονταν κάθε ένας διαφορετική μορφή.
Και στον κάθε ένα ήταν γεγραμμένο στο μέτωπω του, αυτός είναι προφήτης, σε άλλους δε αυτός είναι Ιεράρχης, σε άλλους Οσίοι, και σ’ άλλους ελεήμονες, και απλά κάθε ενός η αρετή και η ζωή του στη γη ήταν γεγραμμένη στο πρόσωπω του.
Ομοίως δε και τους αμαρτωλούς και απίστους γραφόταν στο μέτωπω τους οι πράξεις κάθ’ ενός· αυτός είναι φονιάς, σε άλλον αυτός είναι πόρνος, σε άλλους αυτός είναι κτηνοβάτης, σε άλλους αυτός είναι αιμομίκτης, σε άλλους αυτός είναι βλάσφημος, και σε άλλους αυτός είναι φιλοκατήγορος, και σε άλλους αυτός είναι κοιλιόδουλος κ.λ.π.,
και όλοι έκλαιγαν με θρήνο απαρηγόρητοι και έλεγαν:
” Αυτά όλα τα ακούαμεν στις Γραφές και δεν πιστεύσαμεν”
και όλα τα έθνη Αγαρηνοί, εβραίοι, εθνικοί και όλοι οι άπιστοι έκλαιαν και ωδύρονταν την απώλεια του εαυτού τους,
και ιδίως οι Ιουδαίοι έλεγαν:
” Εάν αυτός είναι ο Χριστός, ο φοβερός Κριτής τον οποίον εσταυρόσαμεν, χαθήκαμεν όλοι”.
Τότε ο συνοδός μου Άγγελος μου λέγει:
“Βλέπεις τους Ιουδαίους πως τρέμουν βλέπωντας αυτά που γίνονται.”
Και ευθύς ο Άγγελος μου λέγει:
” Ιδού ο φοβερός και μέγας Θεός παραγίνεται, φόβος και τρόμος λαμβάνουν τα πάντα.”
Και ιδού πλήθος αναρίθμητον ουρανίων Αγγέλων κατέρχετο από τους ουρανούς, και παρασταθέντες ενώπιον του φοβερού θρόνου, προσκύνησαν, και παραύτα ακούονταν κρότοι και βροντές φοβερές μαζί με κτύπους, και όλο το γένος των ανθρώπων έτρεμε, και όλα τα τάγματα των ουρανών, παραστάθησαν σε κύκλον γύρο από τον θρόνο του φοβερού Κριτού με πολλή τάξη και φόβο.
Τότε όλοι οι δίκαιοι φώναξαν:
” Εσύ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του Ζώντος ο οποίος μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα σε Προσκυνούμεν.”
Και ακόυγοντας αυτό οι Ιουδαίοι, αιρετικοί και άπιστοι, έτρεμαν και έμειναν άφωνοι.
Τότε ο φοβερός Κριτής έστρεψε το βλέμμα στον Ουρανό, και τρομάζοντας ο Ουρανός χάθηκε. Ομοίως βλέποντας τη γη ευθύς και αυτή εξαφανίστηκε, και ο ήλιος και η σελήνη και τα αστέρια χάθηκαν σαν κερί, το ίδιο και η θάλασσα ξηράθηκε όλη και μεταποιήθηκε σε φωτιά, και έγινεν πύρινος ποταμός, και βρίσκόταν μπροστά στον Θεϊκό Θρόνο.
Και ευθύς με κάλεσμα του Κριτή, διεχωρίσθησαν τα άπειρα εκείνα πλήθη των ανθρώπων σε δύο· και στάθηκε το ένα στα δεξιά του Κριτή και το άλλο στα αριστερά.
Και βλέπωντας ο Κριτής τους βρισκομένους στα δεξιά του, τους είπε με γλυκήτατη φωνή:
” Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου να κληρονομήσεται την ετοιμασμένην για εσάς βασιλεία.” (Ματθ. 25,34)
Έπειτα βλέπωντας και αυτούς στα αριστερά του, τους λέγει με οργή:
” Απομακρυνθήτε από εμένα οι καταραμένοι στη φωτιά την αιώνια, η οποία ετοιμάστηκε για τον διάβολο και τους αγγέλους του”
Και όταν αυτά ακούστηκαν από τον Κριτή, και αφού οι αμαρτωλοί οδύρθησαν ανώφελα , ξαφνικά βλέπω την υπερθαύμαστην εκείνη πόλη απέναντι του Κριτή να στέκεται, και να η κατά την δύση πόλη ανοίχθηκε βλέπω μια γυναίκα από τα δεξιά του Κριτού στεκόμενη αστράπτοντας περισσότερο από τον ήλιον, προς την οποία λέγει ο Κριτής· είσελθε Μητέρα μου στην βασιλεία μου, και αφού την υποδέκτηκαν στρατοί Αγγέλων εισήλθαν στην Αγίαν Πόλιν.
Οι Άγιοι 12 Απόστολοι
Και μετά απο αυτό βλέπω 12 άνδρες οι οποίοι ήσαν οι 12 Απόστολοι φορόντας στολές πυρίμορφες προσκύνησαν τα πόδια του Κριτού και εισήλθαν και αυτοί στην Αγίαν Πόλιν.
Οι 70 Απόστολοι
Έπειτα χωρίσθησαν άλλοι 70 άνδρες από το άπειρο πλήθος που βρισκόταν δεξιά του Κριτή και αυτοί ήσαν οι 70 Απόστολοι οι οποίοι προσκυνόντας και αυτοί, εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι Άγιοι Μάρτυρες
Έπειτα διεχωρίσθησαν απ’ αυτής της δεξιάς μερίδας πλήθος ανδρών των οποίων τα πρόσωπα σπινθηροβολούσαν, και άστραπταν οι στολές τους περισσότερον από τον ήλιον, και προσκυνόντας τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγίαν Πόλιν.
Οι Ιεράρχες
Μετά διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή πλήθος άπειρον των Αγίων Ιεραρχών, των οποίων τα πρόσωπα άστραπταν περισσότερο από τον ήλιο, και οι στολές τους περισσότερο από το χιόνι, και προσκυνόντας τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι Διδάσκαλοι
Μετά από λίγο διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή των θείων Διδασκάλων των οποίων σπινθηροβολούσαν τα πρόσωπα τους και αφού προσκύνησαν τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι ασκητές Όσιοι Πατέρες
Και μετά απο αυτά διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή πλύθος αναρίθμητο, οι ασκητές της ερήμου και των βουνών Μοναχοί, και ευαρεστησάμενοι τον Κριτήν, και αφού επαινέθηκαν από Αυτόν, προσκυνήσαν και αυτοί και εισήλθαν στον Πόλη.
Οι παρθένοι και ελεήμονες
Και μετά απο λίγο διεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή, αστράπτοντας σαν την αστραπή προσκυνόντας και αυτοί τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι ειλικρινώς μετανοημένοι
Έπειτα διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή πλήθος άπειρον, οι ειλικρινώς στον κόσμο μετανοημένοικαι προσκυνόντας τον Κριτή εισήλθαν και αυτοί στην Αγία Πόλη.
Οι Άγιο Προπάτορες
Μετά από λίγο διεχωρίσθησαν άλλοι 15 άνδρες ωραιότατοι και αστράπτοντες σαν το φώς, οι Άγιοι προπάτορες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, και οι υιοί αυτών, προσκυνόντας και αυτοί τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι από Αδάμ εώς του Χριστού Προφήτες
Έπειτα διεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή οι από Αδάμ μέχρι τον Χριστό Δίκαιοι και Προφήτες περί των οποίων είπεν ο Κύριος·
” Οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι, και οι τελευταίοι πρώτοι·”
και αυτοί προσκυνόντας τον Κριτήν εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι δια τον Χριστό Σαλοί
Και μετά από λίγο διεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή, οι δια τον Χριστό Σαλοί, και αυτοί προσκυνόντας τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη.
Οι του γάμου άμωμοι
Και αμέσως απεχωρίσθηκε άλλη μικρή συναγωγή οι του γάμου άμωμοι και αμώλυντοι ντυμένοι στολή Βασιλική και τα πρόσωπα αυτών δεδοξασμένα, προσκυνόντας και αυτοί τον Κριτή εισήλθαν στην Αγία Πόλη,
και έλειψαν οι στα δεξιά του Κριτή Δίκαιοι, και έμειναν μόνο οι στα αριστερά του Κριτή αμαρτωλοί με καταντροπιασμένα τα πρόσωπα, οδυρόμενοι, βλέποντας αυτά που συνέβαιναν· ήσαν δε πλήθος άπειρον, τρέμοντας και με φόβο στέκοντας ανάμεναν την φοβερή ώρα της καταδίκης τους.
Και γυρνώντας το βλέμμα προς αυτούς ο Κριτής, διεχωρίσθηκε μεγάλη συναγωγή σαν την άμμο της θάλασσας,
και καλώντας τους Αγγέλους ο Κριτής, τους έρριψαν στον πύρινον ποταμόν οδυρώμενους και κλαίοντας.
Όλοι οι αβάπτιστοι και Αιρετικοί
Και καλόντας ο Κριτής τους Αγγέλους άρπαξαν άλλη συναγωγή αναρίθμητη τους έρριψαν στον πύρινον ποταμόν, να καίγωνται αιωνίως.
Οι αυτόκτονες
Έπειτα με νεύμα στους Αγγέλους ο Κριτής, άρπαξαν άλλη συναγωγή αναρίθμητη, και τους έρριψαν στην κοχλάζουσαν θάλασσαν του πυρός.
Οι φονιάδες οι φαρμακοί-μάγοι
Και μετά από λίγο με νεύμα ο Κριτής στους Αγγέλους άρπαξαν άλλη συναγωγή τους φονιάδες-φαρμακούς και τους μάγους και τους έβαλαν στην σπινθηροβολούσαν εκείνη θάλασσα.
Οι μοίχοι και αιμομίκτες
Και καλώντας τους Αγγέλους του ο Κριτής άρπαξαν άλλη συναγωγή, τους μοίχους και τους αιμομίκτες, και τους έρριψαν στην πυρανάπτουσαν θάλασσα.
Οι αρσενοκοίται
Και πάλιν νεύοντας τους Αγγέλους ο Κριτής άρπαξαν άλλη μεγάλη συναγωγή τους αρρενομανούντας και βίαια τους έσπροξαν και τους έρριψαν στη λίμνη εκείνη της φωτιάς.
Οι κτηνοβάτες
Και πάλιν ο Κύριος καλώντας τους Αγγέλους διεχώρησαν άλλη συναγωγή, των κτηνοβατών των οποίων τα πρόσωπα υπήρχαν σαν τα κτήνοι και με οργή τους έρριψαν στον ποταμό της φωτιάς.
Όσοι με βότανα και φάρμακα σκότωσαν βρέφη
Και μετά από λίγο καλώντας ο Κριτής τους Αγγέλους διαχώρισαν άλλη συναγωγή, αυτούς που σκότωσαν βρέφη, και με βίαια ορμή τους έρριψαν στον ποταμό της φωτιάς.
Οι κλέφτες και οι άρπαγες
Και πάλι καλώντας τους Αγγέλους ο Κριτής διεχώρισαν άλλη συναγωγή τους κλέφτες και τους άρπαγες και τραβόντας τους με βία τους έρριψαν στην πύρινη θάλασσα.
Οι βλάσφημοι και επίορκοι
Και διεχώρησαν οι Άγγελοι άλλη συναγωγή, πλήθος άπειρον και την έρριψαν στην παφλάζουσαν και σπινθηροβολούσαν θάλασσα του πυρός.
Οι ψεύτες και ψευδομάρτυρες
Και διεχώρισαν άλλη συναγωγή που έβγαζε βρώμα από το στόμα, τους έρριψαν βίαια στη λίμνη της φωτιάς.
Οι κατήγοροι-κατάλαλοι
Και πάλι καλώντας τους Αγγέλους ο Κριτής άρπαξαν άλλη συναγωγή άπειρο πλήθος και έβγαινεν απο το στόμα αυτών αίμα και φίδια τεράστια, κρέμμονταν στις γλώσσες τους, και τους έρριψαν στην κατώδυνη λίμνη της φωτιάς.
Οι φθονεροί και μνησίκακοι
Και χωρίζοντας άλλη συναγωγή οι Άγγελοι τους μνησίκακους και φθονερούς σπροχνωντας, και φέρνοντας τους τους έρριψαν βίαια στην λίμνη της φωτιάς.
Όσοι οργήζονται και θυμώνουν
Και πάλι καλώντας ο Κριτής άρπαξαν άλλη συναγωγή αυτούς που θυμώνουν και οργήζωνται, και τους έρριξαν αυτούς στον ποταμό εκείνο της φωτιάς.
Οι αμαρτωλοί Ιερείς και Μοναχοί
Και με το κάλεσμα του Κριτή οι Άγγελοι χώρησαν άλλη συναγωγή, τους Ιερείς και Μοναχούς οι οποίοι αμάρτησαν (και δεν μετανόησαν), πολύ πλήθος, και έρριψαν άλλους στον Τάρταρο του Άδη, άλλους στο σκοτάδι το εξώτερο και άλλους στο τρίξιμο των δοντιών, να κολάζονται αιώνια.
Αυτοί που έχουν έχθρα προς άλλους και κοινωνούν
Έπειτα ξεχώρισαν άλλη, συναγωγή, των μνησικάκων και σπροχνωντας αυτούς σκληρά τους έρριψαν στη λίμνη της φωτιάς την καιόμενη.
Οι μέχρι θανάτου αμετανόητοι Χριστιανοί
Έπειτα άρπαξαν άλλη συναγωγή πλήθος άπειρον· οι Άγγελοι σπρόχνωντας και τραβώντας βιαίος τους έρριξαν σε διάφορες κολάσεις ανάλογα των αμαρτιών τους.
Οι ελεήμονες Χριστιανοί οι οποίοι δεν μετανόησαν
Και πάλι με προσταγή του Κριτή διεχωρίσθηκε άλλη συναγωγή άπειρο πλήθος κλαίγοντας πικρά και στανάζοντας οδηγούμενοι από τους πύρινους Άγγελους, για να ριφθούν στην παφλάζουσαν εκείνη θάλασσα της φωτιάς.
Βλέποντας αυτούς η Παναγία Μητέρα του Κριτού βγαίνοντας από την Αγία Πόλη, τρέχει σπουδαία και φθάνοντας τους φοβερούς εκείνους Αγγέλους είπε:
” Στο όνομα της Τρισηλίου Θεότητος, Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίου, να μη κολασθεί αυτή η συναγωγή, και προσελθούσα στον Κριτή, προσκύνησε τα άχραντα Του πόδια και είπε·
Υιέ μου και Θεέ, λυπήσου αυτή τη συναγωγή, για τους λόγους που ξεφώνησες από το ίδιο σου το στόμο λέγωντας.
Μακάριοι οι ελεήμονες οτι αυτοί ελεηθήσωνται. (Ματθ. 6,7)
Και αποκρινόμενος ο Κριτής λέγει:
Ω Μητέρα μου για την μεν ελεημοσύνη που εποίησαν κατακρατώ και λυτρώνω αυτούς από την κόλαση, για δε του οτι αμαρτήσαν και δεν μετενόησαν, δεν θα εισέλθουν στην πόλιν των Αγίων μου, ούτε θα δουν την Βασιλεία μου.
Και προστάζοντας ο Κριτής τους Αγγέλους, να πάρουν αυτούς μακριά της πόλεως των Αγίων, σε ένα τόπο αμέτοχον κάθε θλίψεως και κολάσεως.
Η Παναγία Μητέρα του Θεού επέστρεψε μαζί με τους Αγγέλους στην Αγία Πόλη από την οποία είχε βγεί.
Τα αβάπτιστα παιδιά των Χριστιανών
Και απεχώρισαν άλλη συναγωγή οι Άγγελοι μπροστά στον Κριτή, τα πρόσωπα των οποίων ήσαν σκοτεινά και τυφλά, και λέγουν στον Κριτή. Κύριε εμείς είμαστε τέκνα Χριστιανών, και η τομή του θανάτου δεν μας άφησε να ζήσουμε να βαπτισθούμεν και να σε ευαρεστήσουμεν· ο Κριτής διέταξε τους Αγγέλους να τους πάρουν μακριά της πόλεως των Αγίων, να απολαμβάνουν μικρή απόλαυση· δεν ήσαν ούτε νήπια ούτε γέροντες ούτε γυναίκες αλλά όλοι άνδρες νεαροί μιάς ηλικίας.
Ο Άρειος Μακεδόνιος και ολοι οι αιρετικοί
Και καλώντας ο Κριτής τους Αγγέλους, έφεραν άλλη μικρή συναγωγή των Αιρετικών και κρέμουνταν στις γλώσσες τους έχιδνες (φίδια),
και γυρνώντας ο Κύριος είπε:
” Πώς ετολμήσατε, να σχίσετε τον χιτώνα της ορθόδοξης εκκλησίας μου και να απωλέσετε άπειρο πλήθος ψυχών ανθρώπων;
Τότε αρπάζοντας τους οι Άγγελοι τους έρριψαν στην πύρινη εκείνη θάλασσα.
Ο Διοκλητιανός Νέρων και όλοι οι τύρρανοι Βασιλιάδες
Και με προσταγή του Κριτή έβγαλαν άλλη συναγωγή, από τα στόματα των οποίων έτρεχεν αίμα βρώμερό και αυτοί ήσαν όλοι οι τύρρανοι Βασιλιάδες, που βασάνιζαν τους χριστιανούς, και σπρόχνωντας τους οι Άγγελοι τους έρριψαν στον τάρταρον του Άδη.
Οι Ιουδαίοι
Και πάλιν καλώντας ο Κριτής έβγαλαν οι Άγγελοι άλλη συναγωγή, άπειρον πλήθος των εβραίων και έστησαν μπροστά του Κριτού,
και οδυρώμενοι έκλαιγαν και φώναξαν:
” Αλοίμονο σ’ εμάς οτι πέσαμεν στα χέρια του Ναζωραίου που είναι ο Θεός του Αβραάμ του Ισαάκ του Ιακώβ που ελατρεύαμεν.
Πού είναι ο Μωυσής που μας είπεν να μην λατρεύουμεν άλλο Θεόν;
Να έλθη να μας λυτρώσει;”
Και ευθύς στάθηκε μπροστά τους ο Μωυσής λέγωντας:
” Δεν είμαι εγώ που σας έγραψα στο νόμο· οτι θα αναστήση ο Κύριος ο Θεός μας προφήτην απο τους αδελφούς μας σαν εμένα, και όποιος δεν ακούση αυτού του προφήτη θα εξωλοθρευθή. Τώρα αλοίμονο σ’ εσάς διότι δεν πιστεύσατε σε Αυτόν.”
Και λέγοντας αυτά ο Μωυσής τους άφησε και εισήλθε στην Αγία Πόλη· οι Ιουδαίοι οδυρόμενοι με στεναγμούς σπάραζαν κλαίγοντας, και ευθύς αστραπή φαβερή άστραψε και οι Άγγελοι τους έβαζαν πολλούς μαζί στον ποταμό εκείνον της φωτιάς, και έλειψαν όλοι οι από αριστερά αμαρτωλοί, βαλμένοι σε όλες τις κολάσεις, ο τόπος της κολάσεως ήταν μια μέγιστη κοιλάδα μεταξύ δύο οροσειρών, από την οποία εξέρχετο κλάμα και αναστεναγμοί, και ανέβαιναν μέχρι το ύψος της Πόλεως των Αγίων· για να μην ακούουν οι δίκαιοι και έτσι να λυπούνται και να στενάζουν, με προσταγή του φοβερού Κριτή, όταν άπλωσε το χέρι Του το Δεξί, έπεσαν και τα δύο όρη και κατακάλυψαν την κοιλάδα εκείνη του κλάματος, και δεν ακουώταν πλέον ο θρήνος των αμαρτωλών.
Και αφού έγιναν όλα αυτά συνάχθησαν όλα τα ουράνια τάγματα αναπέμποντας δοξαλογίες μεγάλυναν την Τρισυπόστατον Θεότητα, Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα τον ένα αληθινό Θεό.
Και εισρχόμενος ο Δίκαιος Κριτής καθησμένος στον θρόνο της δόξας στον αέρα συνοδευόμενος από όλα τα ουράνια τάγματα εισήλθεν στην Πόλιν των Αγίων, και παρέστησε μπροστά Του την Πανυπέραγνον Αυτού Μητέρα, από την οποία σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος, και όλους τους Δίκαιους και Άγιους όλων των αιώνων οι οποίοι Τον είχαν ευαρεστήση, τους στεφάνωσε με στεφάνια αμάραντα δόξης, και εφώναξεν σ’ αυτούς, την μακαρία εκείνη φωνή:
” Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, να κληρονομήσεται τα αιώνια αγαθά του παραδείσου τα οποία ετοίμασα πρίν να χτιστή ο κόσμος.”
Και ευθύς εισήλθαν όλοι οι δίκαιοι στον Παράδεισον, ο οποίος ήταν στη μέση της Αγίας εκείνης Πόλης, όπου δεν υπάρχει νύκτα, ούτε λύπη, ούτε στεναγμός πόνου, αλλά υπάρχει η αιώνια χαρά και ευφροσύνη.
Εκείνοι οι οποίοι έζησαν ευσεβώς, χριστιανοί, και από την ενέργεια του διαβόλου περιέπεσαν σε αμαρτήματα και δεν μετενόησαν όπως και τα αβάπτιστα παιδιά των χριστιανών, βρίσκονται στη γή των πράων, και στερούνται την δόξα του Θεού, και του αιώνιου φωτός και της συναυλίας των Αγγέλων και όλων των Αγίων και Δικαίων.
Οι δε αμαρτωλοί αυτοί που κληρωνόμησαν τις αιώνιες κολάσεις, καθώς μου είπεν ο συνοδός μου Άγγελος, στερούμενοι κάθε αγαθού, κληρωνόμησαν την αιώνια φωτιά, σκοτάδι ασταμάτητο, σκουλίκι ακοίμητο, στέρηση απαρίθμητη, θλίψεις και πόνους ασταμάτητους, στους απέραντους και ατελείωτους αιώνες.
Μετά που είδα όλα αυτά γύρισε σ’ εμένα ο Κύριος με ίλαρο και γαλήνιο πνεύμα, και αφού ήλθα μαζί με τον συνοδό μου Άγγελο, προσκυνήσαμεν με φόβο και τρόμο τα άχραντα πόδια Του και αφού σηκωθήκαμε μου λέγει με ίλαρο πρόσωπο:
” Να, με ταις ευχαίς του θεραπευτή μου Αγίου Βασιλείου είδεν τον τρόπον με τον οποίον στο μέλλον θα γίνει η φοβερή μου Κρίση, και πληροφορήθηκες περί των αχάριστων Ιουδαίων όπως ζητούσες να μάθης περί της σωτηρίας τους.
Τότε με προσταγή του Κριτού με παρέλαβεν ο θείος εκείνος Άγγελος και με έφερε στον τόπο από όπου με είχεν παραλάβει. Και με σηκωμένη τη σκέψη γι’ αυτά που είδα, με φόβο και τρόμο, διηγούμουν σε όλους αυτά και δόξασα τον Κύριον, στον οποίον πρέπει όλη η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση Τον Θεό της Τριάδος σε όλους τους αιώνας. Αμήν.

Είναι φανταστικά τα τελώνια;


Είναι φανταστικά τα τελώνια;


π.Seraphim Rose
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Η Ψυχή μετά το Θάνατο (The Soul After Death)-
Ε’; Έκδοση -2004
Το κύριο μένος τού επικριτή κατά της ύπαρξης των τελωνίων,κατευθύνεται κατά της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας περί των δαιμονικών τελωνίων τα οποία αντιμετωπίζει η ψυχή μετά το θάνατο, και υποπτεύεται κανείς ότι είναι η επιθυμία του να εξαλείψει αυτήν την ίδια την έννοια των τελωνίων που τον οδήγησε στη σύλληψη μίας τόσο αυτοαναιρούμενης θεωρίας όπως αυτής τού «ύπνου της ψυχής».
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τα τελώνια είναι απόλυτη και μάλλον υπερβολική. Μιλά για τα «φανταστικά μετά θάνατον τελώνια»38 και αποκαλεί τις σχετικές αναφορές στην Ορθόδοξη γραμματεία «παράλογες ιστορίες»39 και «ιστορίες φρίκης δεξιοτεχνικά σχεδιασμένες έτσι ώστε να ρίξουν την ψυχή στην απελπισία και την άπιστία»40 «το μύθευμα των τελωνίων είναι… παντελώς ξένο προς το Θεό και την Αγία Του Εκκλησία»41.
Όταν όμως επιχειρεί να περιγράψει το πως ο ίδιος αντιλαμβάνεται τα τελώνια, το αποτέλεσμα είναι μία τόσο παράλογη καρικατούρα ώστε δεν μπορεί κανείς να πιστέψει ακόμα και ότι έχει διαβάσει τα εν λόγω κείμενα. Κατά τη γνώμη του οι αναφορές στα τελώνια «θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι “ο δρόμος προς τη Βασιλεία τού Θεού” ανήκει στο Σατανά, ό οποίος μπορεί να εισπράττει τέλη απ’ όσους διασχίζουν το δρόμο αυτόν… Οι δαίμονες παραχωρούν άδεια διέλευσης σε ανταπόδοση για το εξαιρετικό ποιόν ενός αγίου».42 Θεωρεί ότι τα τελώνια περιγράφουν «μία πλανώμενη ψυχή που έχει ανάγκη από προσευχές για να αναπαυθεί» (όπως πίστευαν οι παγανιστές) και ότι είναι μία «απόκρυφη έννοια σύμφωνα με την οποία τα έξοδα για το ταξίδι καταβάλλονται από τις προσευχές και τις ελεημοσύνες».43 Αναζητά «θύραθεν επιρροές» για να εξηγήσει το πως μία τέτοια έννοια εισήλθε για πρώτη φορά στην Ορθόδοξο Εκκλησία, και συμπεραίνει ότι «το μύθευμα των τελωνίων είναι η άμεση επίδραση των θρησκευτικών λατρειών οι οποίες χρησιμοποιούσαν την ανατολική αστρολογία και θεωρούσαν ότι όλη η δημιουργία δε βρίσκεται υπό την φροντίδα ενός δίκαιου και στοργικού Θεού».44 «Αυτά τα τελώνια είναι απλώς μία παράλογη μεταλλαγή αυτών των παγανιστικών μυθευμάτων»45. Για το συμπέρασμά του, ωστόσο, δεν παρουσιάζει ίχνος αποδεικτικών στοιχείων εκτός από το ίδιο είδος των ασαφών παραλληλισμών που οδηγούν τους ανθρωπολόγους στο συμπέρασμα ότι o Χριστιανισμός είναι απλώς και μόνον άλλη μία παγανιστική «λατρεία που πιστεύει στην ανάσταση».
Θεωρεί ότι τα τελώνια είναι ουσιαστικά ταυτόσημα με το Λατινικό δόγμα περί «καθαρτηρίου», και δηλώνει ότι «η διαφορά ανάμεσα στο μύθευμα τού καθαρτηρίου και αυτό των εναέριων τελωνίων είναι ότι το πρώτο παρέχει ικανοποίηση στο Θεό μέσω τού σωματικού μαρτυρίου, ενώ το δεύτερο Τού παρέχει την αναγκαία γι’ Αυτόν ικανοποίηση μέσω τού ψυχικού μαρτυρίου»46.47 Ο επικριτής αποκαλεί την περιγραφή της διέλευσης της αγ. Θεοδώρας από τα τελώνια ως «μία ιστορία που βρίθει από αιρετικά στοιχεία»48, βασισμένη σε μία «παραίσθηση»49 κάποιου ανθρώπου τον οποίο, στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, «θα τον είχαν δικαίως σύρει έξω και πετροβολήσει» επειδή «βρισκόταν σε μία κατάσταση αξιοθρήνητης πνευματικής πλάνης».50 Ο λόγος για τον οποίο ο επικριτής είναι τόσο εξοργισμένος με τη διήγηση της αγ. Θεοδώρας δεν είναι σαφής” είναι μόνο μία ανάμεσα σε πολλές παρόμοιες διηγήσεις και δε διδάσκει τίποτε το διαφορετικό από αυτές, τόσο που δεν το θεώρησα αναγκαίο να την παραθέσω στο περί τελωνίων κεφάλαιο.
Αυτές οι ακραίες κατηγορίες συνιστούν προσωπικές απόψεις τού επικριτή οι οποίες ασφαλώς δεν υποστηρίζονται από αποδεικτικά στοιχεία. Διερωτάται κανείς για ποιο λόγο εμμένει στη διαμόρφωση της δικής του ερμηνείας περί των τελωνίων και αρνείται να τα κατανοήσει με τον τρόπο που ανέκαθεν τα έχει κατανοήσει η Εκκλησία, η γελοία απομίμηση κατά της οποίας καταφέρεται δεν έχει ποτέ αποτελέσει διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και σαστίζει κανείς προσπαθώντας να εντοπίσει την πηγή από την οποία έχει αντλήσει τις παράλογες ερμηνείες του.
Εδώ και δεκαέξι περίπου αιώνες οι Πατέρες της Εκκλησίας αναφέρονται στα τελώνια ως τμήμα της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας, το τελικό και καθοριστικό στάδιο τού «αόρατου πολέμου» που κάθε Χριστιανός διεξάγει στην επίγεια ζωή του. Κατά τη διάρκεια αυτών των αιώνων πολυάριθμοι Βίοι Αγίων και άλλα Ορθόδοξα κείμενα περιγράφουν τις πραγματικές εμπειρίες Ορθόδοξων χριστιανών, αγίων καθώς και αμαρτωλών, οι οποίοι έχουν συναντήσει αυτά τα τελώνια μετά – και, μερικές φορές, πριν – το θάνατο τους. Μόνο τα μωρά παιδιά δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι ο όρος «τελώνιο» δεν πρέπει να εκλαμβάνεται με την κυριολεκτική του έννοια, είναι μία μεταφορά την οποία οι Ανατολικοί Πατέρες θεώρησαν κατάλληλη για να περιγράψουν την πραγματικότητα που συναντά η ψυχή μετά το θάνατο. O καθένας επίσης μπορεί να αντιληφθεί ότι μερικά στοιχεία στις περιγραφές αυτών των τελωνίων είναι μεταφορικά η συμβολικά. Οι ίδιες οι διηγήσεις, ωστόσο, δεν είναι ούτε «αλληγορίες» ούτε «μυθεύματα,» αλλά ειλικρινείς διηγήσεις προσωπικών εμπειριών στην πιο ικανοποιητική γλώσσα που διαθέτει ό διηγούμενος. Εάν οι περιγραφές των τελωνίων φαίνονται πολύ «ζωντανές» για κάποιους, αυτό οφείλεται πιθανώς στο ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει πλήρως την πραγματική φύση τού αόρατου πολέμου ο οποίος διεξάγεται στην επίγεια ζωή. Τώρα, επίσης, πολιορκούμαστε μονίμως από δαιμονικούς πλανευτές και κατήγορους, όμως, οι πνευματικοί οφθαλμοί μας είναι σφαλισμένοι και βλέπουμε μόνον τα αποτελέσματα των ενεργειών τους, δηλαδή τις αμαρτίες στις οποίες υποπίπτουμε, τα πάθη τα οποία αναπτύσσονται εντός μας. Αλλά μετά το θάνατο, οι οφθαλμοί της ψυχής ανοίγονται στην πνευματική πραγματικότητα και βλέπουν, συνήθως για πρώτη φορά, τα πραγματικά όντα τα οποία μας επιτίθονταν κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής μας.
Δεν υπάρχει ούτε παγανισμός, ούτε αποκρυφισμός, ούτε «ανατολική αστρολογία», ούτε οποιοδήποτε «καθαρτήριο» στις περιγραφές των Ορθόδοξων πηγών για τα τελώνια. Αντιθέτως, αυτά τα τελώνια μας διδάσκουν ότι ο καθένας μας είναι υπόλογος για τις δικές του αμαρτίες, ότι στο θάνατο γίνεται αναμφισβήτητα μία συγκεφαλαίωση της επιτυχημένης ή αποτυχημένης πορείας του στον αγώνα κατά της αμαρτίας – η Μερική Κρίση – και τέλος ότι οι δαίμονες που τον παραπλανούσαν σε όλη τη διάρκειά της ζωής του κάνουν την τελική τους επίθεση στο τέλος αυτής της ζωής, αλλά έχουν εξουσία μόνο πάνω σε όσους δε διεξήγαγαν με επιτυχία τον αόρατο πόλεμο κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής τους.
Όσον αφορά τις κυριολεκτικές μορφές με τις οποίες εκφράζονται, τα τελώνια εμφανίζονται με την ίδια μορφή στις θείες λειτουργίες της Εκκλησίας – την ποίηση της Εκκλησίας -, στα ασκητικά κείμενα των Πατέρων, καθώς και στους Βίους Αγίων. Κανείς Ορθόδοξος δεν ερμηνεύει οποιοδήποτε από αυτά τα κείμενα με τον χονδροειδώς κυριολεκτικό τρόπο με τον οποίο τα έχει ερμηνεύσει ο επικριτής, αλλά τα προσεγγίζει με σεβασμό και φόβο Θεού, αναζητώντας πνευματικό όφελος. Κάθε πνευματικός πατέρας ο οποίος έχει προσπαθήσει να καλλιεργήσει στα πνευματικά του παιδιά την πανάρχαιη παράδοση της Ορθόδοξης ευλάβειας είναι σε θέση να επιβεβαιώσει το ευεργετικό αποτέλεσμα των Ορθόδοξων πηγών οι οποίες αναφέρουν τα τελώνια, μάλιστα, ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας τού Νόβο-Ντιβέγιεβο, ένας ιδιαιτέρως αγαπητός και σεβαστός πνευματικός πατέρας, χρησιμοποιούσε ακριβώς τα είκοσι τελώνια, από τα οποία περιγράφεται ότι διήλθε η Θεοδώρα, ως βάση μίας πολύ αποτελεσματικής προετοιμασίας των πνευματικών παιδιών του για το μυστήριο της εξομολόγησης. Εάν υπάρχει κάποια «δυσαρμονία» μεταξύ των κειμένων αυτών και τού σύγχρονου ανθρώπου, το σφάλμα οφείλεται στην τρυφηλή και επιτρεπτική εποχή μας, η οποία ενθαρρύνει την έλλειψη πίστης και τη χαλαρή στάση απέναντι στις αληθινά φοβερές πραγματικές καταστάσεις τού άλλου κόσμου, και ειδικά την κόλαση και την κρίση.
Η διδασκαλία περί τελωνίων στις Ορθόδοξες πηγές δεν έχει ποτέ ορισθεί ως «δόγμα», αφού μάλλον ανήκει στην παράδοση της Ορθόδοξης ευσέβειας, αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρόκειται για κάτι «ασήμαντο» ή για θέμα «προσωπικής άποψης». Έχει διδαχθεί παντού και πάντοτε στην Εκκλησία, οπουδήποτε έχει μεταβιβασθεί η Ορθόδοξη ασκητική παράδοση. Το ότι το συγκεκριμένο θέμα βρίσκεται έως τώρα εκτός τού πεδίου ενδιαφερόντων πολλών σύγχρονων Ορθόδοξων θεολόγων, οφείλεται στο ότι οι θεολόγοι αυτοί ανήκουν πρωτίστως στον ακαδημαϊκό κόσμο και όχι στον κόσμο της ασκητικής παράδοσης. Ωστόσο, οι θεολόγοι μίας πιο παραδοσιακής τάσης, καθώς κι εκείνοι που θεωρούν την Ορθόδοξη ασκητική παράδοση ως ζωντανή παράδοση, έχουν αντιμετωπίσει το θέμα με ιδιαίτερη προσοχή. Εντός της Ρωσικής Εκκλησίας, η περί τελωνίων διδασκαλία έχει ευρέως συζητηθεί και υποστηριχθεί από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο Μπριαντσιανίνωφ, τον Επίσκοπο Θεοφάνη τον Έγκλειστο, τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Μόσχας, τον άγ. Ιωάννη της Κρονστάνδης, τον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Μαξίμοβιτς, τον Πρωτοπρεσβύτερο Μιχαήλ Πομαζάνσκυ, και πολλούς άλλους διδάσκαλους και θεολόγους. Αλλά και εκτός της Ρωσικής Εκκλησίας, η διδασκαλία περί τελωνίων είναι μία διδασκαλία στην οποία αποδίδει ιδιαίτερη σπουδαιότητα η Σερβική Εκκλησία, αφού καταλαμβάνει μία σεβαστή θέση στη Δογματική Θεολογία τού αείμνηστου Αρχιμανδρίτη Ιουστίνου Πόποβιτς (τόμος III).
__________________
38. Στο ίδιο 6:8-9, σελ. 18.
39. Στο ίδιο 6:8-9, σελ. 24.
40. Στο ίδιο 7:1, σελ. 33.
41. Στο ίδιο 7:1, σελ. 23.
42. Στο ίδιο 6:2, σελ. 22.
43. Στο ίδιο 6:2, σελ. 26.
44. Στο ίδιο 7:1, σελ. 23.
45. Στο ίδιο 6:8-9, σελ. 24.
46. Στο ίδιο 6:12, σελ. 23.
47. Η σύγκριση των τελωνίων με το «καθαρτήριο» είναι ασφαλώς υπερβολική. Τα τελώνια αποτελούν τμήμα της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας και αφορούν αποκλειστικά τη «δοκιμασία» που περνά ο άνθρωπος για τις αμαρτίες που έχει διαπράξει: δεν παρέχουν καμία «ικανοποίηση» στο Θεό και σκοπός τους σίγουρα δεν είναι ό «βασανισμός». Από την άλλη, το «καθαρτήριο» είναι μία νομικίστικη παρερμηνεία εκ μέρους των Λατίνων μίας τελείως διαφορετικής πλευράς της Ορθόδοξης εσχατολογίας – της κατάστασης των ψυχών στην κόλαση (μετά τη δοκιμασία των τελωνίων) η οποία ωστόσο μπορεί να βελτιωθεί μέσω των προσευχών της Εκκλησίας. Οι ίδιες οι πηγές των Λατίνων δεν παρέχουν καμία ένδειξη περί οιασδήποτε απολύτως συμμετοχής των δαιμόνων στις οδύνες όσων βρίσκονται στο «καθαρτήριο».
48. The Tlingit Herald, 6:8-9, σελ. 24.
49. Στο ίδιο 7:2, σελ. 14.
50. Στο ίδιο 6:6-7, σελ. 28.

Είναι φανταστικά τα τελώνια;


Είναι φανταστικά τα τελώνια;

π.Seraphim Rose
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Η Ψυχή μετά το Θάνατο (The Soul After Death)-
Ε’; Έκδοση -2004
Το κύριο μένος τού επικριτή κατά της ύπαρξης των τελωνίων,κατευθύνεται κατά της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας περί των δαιμονικών τελωνίων τα οποία αντιμετωπίζει η ψυχή μετά το θάνατο, και υποπτεύεται κανείς ότι είναι η επιθυμία του να εξαλείψει αυτήν την ίδια την έννοια των τελωνίων που τον οδήγησε στη σύλληψη μίας τόσο αυτοαναιρούμενης θεωρίας όπως αυτής τού «ύπνου της ψυχής».
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τα τελώνια είναι απόλυτη και μάλλον υπερβολική. Μιλά για τα «φανταστικά μετά θάνατον τελώνια»38 και αποκαλεί τις σχετικές αναφορές στην Ορθόδοξη γραμματεία «παράλογες ιστορίες»39 και «ιστορίες φρίκης δεξιοτεχνικά σχεδιασμένες έτσι ώστε να ρίξουν την ψυχή στην απελπισία και την άπιστία»40 «το μύθευμα των τελωνίων είναι… παντελώς ξένο προς το Θεό και την Αγία Του Εκκλησία»41.
Όταν όμως επιχειρεί να περιγράψει το πως ο ίδιος αντιλαμβάνεται τα τελώνια, το αποτέλεσμα είναι μία τόσο παράλογη καρικατούρα ώστε δεν μπορεί κανείς να πιστέψει ακόμα και ότι έχει διαβάσει τα εν λόγω κείμενα. Κατά τη γνώμη του οι αναφορές στα τελώνια «θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι “ο δρόμος προς τη Βασιλεία τού Θεού” ανήκει στο Σατανά, ό οποίος μπορεί να εισπράττει τέλη απ’ όσους διασχίζουν το δρόμο αυτόν… Οι δαίμονες παραχωρούν άδεια διέλευσης σε ανταπόδοση για το εξαιρετικό ποιόν ενός αγίου».42 Θεωρεί ότι τα τελώνια περιγράφουν «μία πλανώμενη ψυχή που έχει ανάγκη από προσευχές για να αναπαυθεί» (όπως πίστευαν οι παγανιστές) και ότι είναι μία «απόκρυφη έννοια σύμφωνα με την οποία τα έξοδα για το ταξίδι καταβάλλονται από τις προσευχές και τις ελεημοσύνες».43 Αναζητά «θύραθεν επιρροές» για να εξηγήσει το πως μία τέτοια έννοια εισήλθε για πρώτη φορά στην Ορθόδοξο Εκκλησία, και συμπεραίνει ότι «το μύθευμα των τελωνίων είναι η άμεση επίδραση των θρησκευτικών λατρειών οι οποίες χρησιμοποιούσαν την ανατολική αστρολογία και θεωρούσαν ότι όλη η δημιουργία δε βρίσκεται υπό την φροντίδα ενός δίκαιου και στοργικού Θεού».44 «Αυτά τα τελώνια είναι απλώς μία παράλογη μεταλλαγή αυτών των παγανιστικών μυθευμάτων»45. Για το συμπέρασμά του, ωστόσο, δεν παρουσιάζει ίχνος αποδεικτικών στοιχείων εκτός από το ίδιο είδος των ασαφών παραλληλισμών που οδηγούν τους ανθρωπολόγους στο συμπέρασμα ότι o Χριστιανισμός είναι απλώς και μόνον άλλη μία παγανιστική «λατρεία που πιστεύει στην ανάσταση».
Θεωρεί ότι τα τελώνια είναι ουσιαστικά ταυτόσημα με το Λατινικό δόγμα περί «καθαρτηρίου», και δηλώνει ότι «η διαφορά ανάμεσα στο μύθευμα τού καθαρτηρίου και αυτό των εναέριων τελωνίων είναι ότι το πρώτο παρέχει ικανοποίηση στο Θεό μέσω τού σωματικού μαρτυρίου, ενώ το δεύτερο Τού παρέχει την αναγκαία γι’ Αυτόν ικανοποίηση μέσω τού ψυχικού μαρτυρίου»46.47 Ο επικριτής αποκαλεί την περιγραφή της διέλευσης της αγ. Θεοδώρας από τα τελώνια ως «μία ιστορία που βρίθει από αιρετικά στοιχεία»48, βασισμένη σε μία «παραίσθηση»49 κάποιου ανθρώπου τον οποίο, στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, «θα τον είχαν δικαίως σύρει έξω και πετροβολήσει» επειδή «βρισκόταν σε μία κατάσταση αξιοθρήνητης πνευματικής πλάνης».50 Ο λόγος για τον οποίο ο επικριτής είναι τόσο εξοργισμένος με τη διήγηση της αγ. Θεοδώρας δεν είναι σαφής” είναι μόνο μία ανάμεσα σε πολλές παρόμοιες διηγήσεις και δε διδάσκει τίποτε το διαφορετικό από αυτές, τόσο που δεν το θεώρησα αναγκαίο να την παραθέσω στο περί τελωνίων κεφάλαιο.
Αυτές οι ακραίες κατηγορίες συνιστούν προσωπικές απόψεις τού επικριτή οι οποίες ασφαλώς δεν υποστηρίζονται από αποδεικτικά στοιχεία. Διερωτάται κανείς για ποιο λόγο εμμένει στη διαμόρφωση της δικής του ερμηνείας περί των τελωνίων και αρνείται να τα κατανοήσει με τον τρόπο που ανέκαθεν τα έχει κατανοήσει η Εκκλησία, η γελοία απομίμηση κατά της οποίας καταφέρεται δεν έχει ποτέ αποτελέσει διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και σαστίζει κανείς προσπαθώντας να εντοπίσει την πηγή από την οποία έχει αντλήσει τις παράλογες ερμηνείες του.
Εδώ και δεκαέξι περίπου αιώνες οι Πατέρες της Εκκλησίας αναφέρονται στα τελώνια ως τμήμα της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας, το τελικό και καθοριστικό στάδιο τού «αόρατου πολέμου» που κάθε Χριστιανός διεξάγει στην επίγεια ζωή του. Κατά τη διάρκεια αυτών των αιώνων πολυάριθμοι Βίοι Αγίων και άλλα Ορθόδοξα κείμενα περιγράφουν τις πραγματικές εμπειρίες Ορθόδοξων χριστιανών, αγίων καθώς και αμαρτωλών, οι οποίοι έχουν συναντήσει αυτά τα τελώνια μετά – και, μερικές φορές, πριν – το θάνατο τους. Μόνο τα μωρά παιδιά δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι ο όρος «τελώνιο» δεν πρέπει να εκλαμβάνεται με την κυριολεκτική του έννοια, είναι μία μεταφορά την οποία οι Ανατολικοί Πατέρες θεώρησαν κατάλληλη για να περιγράψουν την πραγματικότητα που συναντά η ψυχή μετά το θάνατο. O καθένας επίσης μπορεί να αντιληφθεί ότι μερικά στοιχεία στις περιγραφές αυτών των τελωνίων είναι μεταφορικά η συμβολικά. Οι ίδιες οι διηγήσεις, ωστόσο, δεν είναι ούτε «αλληγορίες» ούτε «μυθεύματα,» αλλά ειλικρινείς διηγήσεις προσωπικών εμπειριών στην πιο ικανοποιητική γλώσσα που διαθέτει ό διηγούμενος. Εάν οι περιγραφές των τελωνίων φαίνονται πολύ «ζωντανές» για κάποιους, αυτό οφείλεται πιθανώς στο ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει πλήρως την πραγματική φύση τού αόρατου πολέμου ο οποίος διεξάγεται στην επίγεια ζωή. Τώρα, επίσης, πολιορκούμαστε μονίμως από δαιμονικούς πλανευτές και κατήγορους, όμως, οι πνευματικοί οφθαλμοί μας είναι σφαλισμένοι και βλέπουμε μόνον τα αποτελέσματα των ενεργειών τους, δηλαδή τις αμαρτίες στις οποίες υποπίπτουμε, τα πάθη τα οποία αναπτύσσονται εντός μας. Αλλά μετά το θάνατο, οι οφθαλμοί της ψυχής ανοίγονται στην πνευματική πραγματικότητα και βλέπουν, συνήθως για πρώτη φορά, τα πραγματικά όντα τα οποία μας επιτίθονταν κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής μας.
Δεν υπάρχει ούτε παγανισμός, ούτε αποκρυφισμός, ούτε «ανατολική αστρολογία», ούτε οποιοδήποτε «καθαρτήριο» στις περιγραφές των Ορθόδοξων πηγών για τα τελώνια. Αντιθέτως, αυτά τα τελώνια μας διδάσκουν ότι ο καθένας μας είναι υπόλογος για τις δικές του αμαρτίες, ότι στο θάνατο γίνεται αναμφισβήτητα μία συγκεφαλαίωση της επιτυχημένης ή αποτυχημένης πορείας του στον αγώνα κατά της αμαρτίας – η Μερική Κρίση – και τέλος ότι οι δαίμονες που τον παραπλανούσαν σε όλη τη διάρκειά της ζωής του κάνουν την τελική τους επίθεση στο τέλος αυτής της ζωής, αλλά έχουν εξουσία μόνο πάνω σε όσους δε διεξήγαγαν με επιτυχία τον αόρατο πόλεμο κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής τους.
Όσον αφορά τις κυριολεκτικές μορφές με τις οποίες εκφράζονται, τα τελώνια εμφανίζονται με την ίδια μορφή στις θείες λειτουργίες της Εκκλησίας – την ποίηση της Εκκλησίας -, στα ασκητικά κείμενα των Πατέρων, καθώς και στους Βίους Αγίων. Κανείς Ορθόδοξος δεν ερμηνεύει οποιοδήποτε από αυτά τα κείμενα με τον χονδροειδώς κυριολεκτικό τρόπο με τον οποίο τα έχει ερμηνεύσει ο επικριτής, αλλά τα προσεγγίζει με σεβασμό και φόβο Θεού, αναζητώντας πνευματικό όφελος. Κάθε πνευματικός πατέρας ο οποίος έχει προσπαθήσει να καλλιεργήσει στα πνευματικά του παιδιά την πανάρχαιη παράδοση της Ορθόδοξης ευλάβειας είναι σε θέση να επιβεβαιώσει το ευεργετικό αποτέλεσμα των Ορθόδοξων πηγών οι οποίες αναφέρουν τα τελώνια, μάλιστα, ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας τού Νόβο-Ντιβέγιεβο, ένας ιδιαιτέρως αγαπητός και σεβαστός πνευματικός πατέρας, χρησιμοποιούσε ακριβώς τα είκοσι τελώνια, από τα οποία περιγράφεται ότι διήλθε η Θεοδώρα, ως βάση μίας πολύ αποτελεσματικής προετοιμασίας των πνευματικών παιδιών του για το μυστήριο της εξομολόγησης. Εάν υπάρχει κάποια «δυσαρμονία» μεταξύ των κειμένων αυτών και τού σύγχρονου ανθρώπου, το σφάλμα οφείλεται στην τρυφηλή και επιτρεπτική εποχή μας, η οποία ενθαρρύνει την έλλειψη πίστης και τη χαλαρή στάση απέναντι στις αληθινά φοβερές πραγματικές καταστάσεις τού άλλου κόσμου, και ειδικά την κόλαση και την κρίση.
Η διδασκαλία περί τελωνίων στις Ορθόδοξες πηγές δεν έχει ποτέ ορισθεί ως «δόγμα», αφού μάλλον ανήκει στην παράδοση της Ορθόδοξης ευσέβειας, αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρόκειται για κάτι «ασήμαντο» ή για θέμα «προσωπικής άποψης». Έχει διδαχθεί παντού και πάντοτε στην Εκκλησία, οπουδήποτε έχει μεταβιβασθεί η Ορθόδοξη ασκητική παράδοση. Το ότι το συγκεκριμένο θέμα βρίσκεται έως τώρα εκτός τού πεδίου ενδιαφερόντων πολλών σύγχρονων Ορθόδοξων θεολόγων, οφείλεται στο ότι οι θεολόγοι αυτοί ανήκουν πρωτίστως στον ακαδημαϊκό κόσμο και όχι στον κόσμο της ασκητικής παράδοσης. Ωστόσο, οι θεολόγοι μίας πιο παραδοσιακής τάσης, καθώς κι εκείνοι που θεωρούν την Ορθόδοξη ασκητική παράδοση ως ζωντανή παράδοση, έχουν αντιμετωπίσει το θέμα με ιδιαίτερη προσοχή. Εντός της Ρωσικής Εκκλησίας, η περί τελωνίων διδασκαλία έχει ευρέως συζητηθεί και υποστηριχθεί από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο Μπριαντσιανίνωφ, τον Επίσκοπο Θεοφάνη τον Έγκλειστο, τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Μόσχας, τον άγ. Ιωάννη της Κρονστάνδης, τον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Μαξίμοβιτς, τον Πρωτοπρεσβύτερο Μιχαήλ Πομαζάνσκυ, και πολλούς άλλους διδάσκαλους και θεολόγους. Αλλά και εκτός της Ρωσικής Εκκλησίας, η διδασκαλία περί τελωνίων είναι μία διδασκαλία στην οποία αποδίδει ιδιαίτερη σπουδαιότητα η Σερβική Εκκλησία, αφού καταλαμβάνει μία σεβαστή θέση στη Δογματική Θεολογία τού αείμνηστου Αρχιμανδρίτη Ιουστίνου Πόποβιτς (τόμος III).
__________________
38. Στο ίδιο 6:8-9, σελ. 18.
39. Στο ίδιο 6:8-9, σελ. 24.
40. Στο ίδιο 7:1, σελ. 33.
41. Στο ίδιο 7:1, σελ. 23.
42. Στο ίδιο 6:2, σελ. 22.
43. Στο ίδιο 6:2, σελ. 26.
44. Στο ίδιο 7:1, σελ. 23.
45. Στο ίδιο 6:8-9, σελ. 24.
46. Στο ίδιο 6:12, σελ. 23.
47. Η σύγκριση των τελωνίων με το «καθαρτήριο» είναι ασφαλώς υπερβολική. Τα τελώνια αποτελούν τμήμα της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας και αφορούν αποκλειστικά τη «δοκιμασία» που περνά ο άνθρωπος για τις αμαρτίες που έχει διαπράξει: δεν παρέχουν καμία «ικανοποίηση» στο Θεό και σκοπός τους σίγουρα δεν είναι ό «βασανισμός». Από την άλλη, το «καθαρτήριο» είναι μία νομικίστικη παρερμηνεία εκ μέρους των Λατίνων μίας τελείως διαφορετικής πλευράς της Ορθόδοξης εσχατολογίας – της κατάστασης των ψυχών στην κόλαση (μετά τη δοκιμασία των τελωνίων) η οποία ωστόσο μπορεί να βελτιωθεί μέσω των προσευχών της Εκκλησίας. Οι ίδιες οι πηγές των Λατίνων δεν παρέχουν καμία ένδειξη περί οιασδήποτε απολύτως συμμετοχής των δαιμόνων στις οδύνες όσων βρίσκονται στο «καθαρτήριο».
48. The Tlingit Herald, 6:8-9, σελ. 24.
49. Στο ίδιο 7:2, σελ. 14.
50. Στο ίδιο 6:6-7, σελ. 28.

Παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου


Παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου

Στα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου αυτού αναπτύσσονται διεξοδικά θέματα που έχουν σχέση με την μετά θάνατον ζωή, την εσχατολογία και την αιώνια ζωή. Η ανάπτυξη των θέσεων αυτών γίνεται σύμφωνα με την διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι, φυσικά, εκφράζουν την ορθόδοξη διδασκαλία, αφού είναι φορείς της θείας Αποκαλύψεως. Όπου χρειάζεται, γίνεται και σχετική αναφορά στις θέσεις της φιλοσοφίας.
Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια γενική εισαγωγή στο θέμα που μας απασχολεί με όσο το δυνατόν εύληπτο τρόπο. Γι’ αυτό και στο κεφάλαιο αυτό, που προτάσσεται, με σύντομες σκέψεις και απλά λόγια αναπτύσσονται οι βασικές θέσεις του θέματος “η ζωή μετά τον θάνατο”, ώστε ο αναγνώστης να κατανοήση επαρκώς το θέμα, και στην συνέχεια να προχωρήση στην επιμελέστερη ανάγνωση και κατανόηση του.
Θεωρούμε ότι το καταλληλότερο βοήθημα για να οδηγήσουμε τον αναγνώστη στις θέσεις του θέματος “η ζωή μετά τον θάνατο” είναι η περίφημη παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου, που είπε ο Χριστός. Γι’ αυτό στην συνέχεια θα αναλύσουμε με όσο το δυνατόν απλό τρόπο, αυτήν την παραβολή.
Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε πολλά πατερικά χωρία, που ερμηνεύουν την παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου. Δεν θα το κάνουμε όμως, γιατί όπως ελέχθη προηγουμένως, σκοπός των όσων ακολουθήσουν είναι να εισαγάγουμε τον αναγνώστη στην διδασκαλία της Εκκλησίας για την ζωή μετά τον θάνατο.
[ ΠΑΝΩ ]
1. Η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου
“άνθρωπος δε τις ήν πλούσιος, και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς. πτωχός δε τις ήν ονόματι Λάζαρος, ός εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ηλκωμένος και επιθυμών χορτασθήναι από των ψυχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου, αλλά και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού. εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον Αβραάμ, απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. και εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού, υπάρχων εν βασάνοις, ορά τον Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. και αυτός φωνήσας είπε, πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον Λάζαρον ίνα βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού ύδατος και καταψύξη την γλώσσάν μου, ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη. είπε δε Αβραάμ, τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά, νυν δε ώδε παρακαλείται συ δε οδυνάσαι, και επί πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών μέγα χάσμα εστήρικται, όπως οι θέλοντες διαβήναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται, μηδέ οι εκείθεν προς ημάς διαπερώσιν. είπε δέ, ερωτώ ουν σε, πάτερ, ίνα πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου, έχω γαρ πέντε αδελφούς, όπως διαμαρτύρηται αυτοίς, ίνα μη και αυτοί έλθωσιν εις τον τόπον τούτον της βασάνου. λέγει αυτώ Αβραάμ, έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας, ακουσάτωσαν αυτών. ο δε είπεν, ουχί, πάτερ Αβραάμ, αλλ’ εάν τις από νεκρών πορευθή προς αυτούς, μετανοήσουσιν. είπε δε αυτώ, ει Μωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται”. (Λουκ. ιστ’, 19-31)
[ ΠΑΝΩ ]
2. Ερμηνευτική ανάλυση της παραβολής
Πολλά μπορεί κανείς να παρατηρήση μελετώντας την περίφημη αυτή παραβολή του Χριστού. Μπορεί να αντιμετωπίση την κοινωνική διάστασή της ή ακόμη να βγάλη πολλά ηθικά και ηθικολογικά συμπεράσματα. Όμως, θα επιμείνουμε περισσότερο στα θέματα που έχουν σχέση με την ζωή μετά τον θάνατο, δηλαδή θα δούμε την εσχατολογική ανάλυση της παραβολής.
Π ρ ω τ ο ν. Όπως φαίνεται στην παραβολή δεν γίνεται λόγος για την ζωή μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αλλά για την ζωή της ψυχής που παρεμβάλλεται μεταξύ του θανάτου του ανθρώπου, δηλαδή της εξόδου της ψυχής από το σώμα, και της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού. Πρόκειται για το διάστημα εκείνο που λέγεται μέση κατάσταση των ψυχών. Άλλοι λόγοι του Χριστού αναφέρονται στην Δευτέρα Παρουσία Του, όταν θα έλθη για να κρίνη τους ανθρώπους, αφού προηγουμένως γίνη ανάσταση των σωμάτων και οι ψυχές εισέλθουν εκ νέου στα σώματα, ώστε ο άνθρωπος να απολαύση εκείνα που έπραξε στην ζωή του.
Δ ε ύ τ ε ρ ο ν. Αναφέρεται ότι υπάρχει ο θάνατος στην ζωή του ανθρώπου. Ο Πλούσιος και ο πτωχός Λάζαρος απέθαναν. Θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα. Αυτή η κατάσταση λέγεται και ύπνος, γιατί ο θάνατος καταργήθηκε με την Ανάσταση του Χριστού. Ο Χριστός με τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάστασή Του κατήργησε οντολογικά τον θάνατο και έδωσε την δυνατότητα στον άνθρωπο να τον υπερβή ζώντας μέσα στην Εκκλησία. Το ότι ο θάνατος είναι ύπνος, μια προσωρινή κατάσταση, φαίνεται από τον τρόπο που πεθαίνουν οι άγιοι, αφού έχουν όλοι τους την ελπίδα στον Χριστό, καθώς επίσης φαίνεται και στα άφθαρτα και θαυματουργούντα λείψανα.
Δεν δημιούργησε ο Θεός τον θάνατο, αλλά ο θάνατος είναι παρέμβλητος στην φύση, γιατί είναι καρπός της αμαρτίας του ανθρώπου και της απομακρύνσεώς του από τον Θεό. Υπάρχει σωματικός και ψυχικός θάνατος. Ψυχικός είναι η άρση της Χάριτος του Θεού από την ψυχή, και σωματικός είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα.
Όλοι οι άνθρωποι γεύονται το φοβερό μυστήριο του θανάτου, αφού όλοι κληρονομούν την φθαρτότητα και την θνητότητα, δηλαδή, γεννιόμαστε για να πεθάνουμε. Ο θάνατος είναι το πιο σίγουρο και βέβαιο γεγονός στην ζωή μας. Ακόμη και σύγχρονοι υπαρξιστές φιλόσοφοι λένε ότι το πιο αληθινό γεγονός είναι “τό υπάρχειν προς θάνατον”.
Αν και ο θάνατος είναι το πιο βέβαιο γεγονός, όμως αβέβαιη είναι η ώρα και η ημέρα του θανάτου. Κανείς δεν ξέρει π ό τ ε θα πεθάνη. Το θέμα είναι να ζούμε σωστά, ώστε το π ω ς του θανάτου να συνιστά την αιώνια ζωή.
Στο κείμενο της παραβολής λέγεται: “εγένετο αποθανείν τον πτωχόν…”, καθώς επίσης “απέθανε και ο πλούσιος και ετάφη”. Έτσι, ο θάνατος είναι ο μεγαλύτερος δημοκράτης, γιατί δεν κάνει καμμιά εξαίρεση.
Τ ρ ί τ ο ν. Η ψυχή του Λαζάρου, μετά την έξοδό της από το σώμα, παρελήφθη από τους αγγέλους και οδηγήθηκε στους κόλπους του Αβραάμ. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν άγγελοι, και φυσικά ο φύλακας άγγελος κάθε ανθρώπου, ο προσωπικός του φρουρός, οι οποίοι παραλαμβάνουν τις ψυχές των δικαίων ανθρώπων και τίςοδηγούν στον Θεό.
Αντίθετα, σε άλλη παραβολή λέγεται ότι την ψυχή των αμετανοήτων αμαρτωλών την παραλαμβάνουν οι δαίμονες. Ο άφρων πλούσιος άκουσε φωνή από τον Θεό: “Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν απαιτούσιν από σού, ά δε ητοίμασας τίνι έσται;” (Λουκ. ιβ’, 20). Το ρήμα “απαιτούσιν” υποδηλώνει τους δαίμονας, οι οποίοι απαιτούν την ψυχή του αμαρτωλού ανθρώπου, για να την κρατούν αιωνίως.
Επομένως, κατά την φρικτή ώρα του θανάτου, κατά την οποία η ψυχή βιαίως χωρίζεται από την αρμονία με το σώμα, γίνονται φοβερά πράγματα. Τις ψυχές των αγίων τις παραλαμβάνουν οι άγγελοι, και τις ψυχές των αμαρτωλών οι δαίμονες. Στην διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας γίνεται λόγος για τα λεγόμενα τελώνια, που είναι οι δαίμονες, τα εναέρια πνεύματα, τα οποία θέλουν και επιδιώκουν να κρατήσουν αιωνίως τις ψυχές όλων των ανθρώπων. Φυσικά, οι ψυχές των αγίων, που ενώθηκαν με τον Χριστό και έχουν την σφραγίδα του Παναγίου Πνεύματος, δεν μπορούν να εξουσιαστούν από τους δαίμονες.
Με τα τελώνια, οι Πατέρες της Εκκλησίας εννοούν τόσο το μίσος και την επιθετική μανία των δαιμόνων, όσο και την ύπαρξη των παθών, που ζητούν ικανοποίηση, αλλά δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, λόγω της μη υπάρξεως του σώματος. Αυτή ακριβώς η κατάσταση πνίγει την ψυχή του ανθρώπου, η οποία αισθάνεται τρομακτική δυσφορία. Το βασανιστήριο αυτό της ψυχής ομοιάζει με την πλήρη απομόνωση ενός ανθρώπου στην φυλακή, χωρίς να έχη την δυνατότητα, να κοιμηθή, να τραφή, να συναντήση άνθρωπο κ.λ.π. Τότε πραγματικά εξαγριώνονται τα πάθη και όλη η ύπαρξή του.
Το γεγονός ότι οι ψυχές των ανθρώπων παραλαμβάνονται τόσο από τους αγγέλους όσο και από τους δαίμονες έχει σχέση με την κατάστασή τους. Όπως λέγεται από τους Πατέρες, οι άγγελοι και οι ψυχές είναι πνεύματα νοερά, εν σχέσει με το υλικό σώμα, αλλά εν σχέσει με τον Θεό έχουν κάτι υλικό. Γι’ αυτό οι άγγελοι λέγονται αιθέρια όντα και δεν είναι καθ’ ολοκληρίαν άϋλα. Άλλωστε, η ψυχή είναι κτιστή, δηλαδή, δημιουργημένη από τον Θεό. Είναι αθάνατη κατά Χάριν, αφού η αθανασία είναι δώρο του Θεού σε αυτήν. Κάθε κτιστό έχει αρχή και τέλος. Η ψυχή, ως κτιστή, έχει μια συγκεκριμένη αρχή, αλλά δεν έχει τέλος, γιατί έτσι το θέλησε ο Θεός.
Τ έ τ α ρ τ ο ν. Ενώ η ψυχή του Λαζάρου πήγε στους κόλπους του Αβραάμ και η ψυχή του Πλουσίου στον άδη, εν τούτοις ο Χριστός στην παραβολή λέγει ότι ο Λάζαρος πήγε στους κόλπους του Αβραάμ και ο συγκεκριμένος Πλούσιος πήγε στον άδη. Στην συνέχεια λέγεται ότι ο Πλούσιος “ορά τον Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού”.
Αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί σημαίνει ότι παρά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, εν τούτοις δεν καταργείται η υπόσταση – πρόσωπο του ανθρώπου. Βέβαια, η ψυχή δεν προϋπήρχε του σώματος, αλλά δημιουργήθηκε ταυτόχρονα με το σώμα, και ακόμη, μόνη της η ψυχή δεν συνιστά τον άνθρωπο, ούτε το σώμα μόνο του συνιστά τον άνθρωπο. Όμως, παρά τον προσωρινό χωρισμό της ψυχής από το σώμα, δεν διαλύεται ο άνθρωπος. Αυτό φαίνεται από το ότι η ψυχή διατηρεί την συνείδηση, και ακόμη, όπως εξηγούν οι άγιοι Πατέρες, η ψυχή του ανθρώπου γνωρίζει τα στοιχεία του δικού της σώματος, που παρέμειναν στην γή, και ενδεχομένως διεσκορπίστηκαν ή διαλύθηκαν στα στοιχεία από τα οποία αποτελέσθηκαν. Κατά την Δευτέρα Παρουσία η ψυχή, με την Χάρη του Θεού, θα επανενώση τα στοιχεία του σώματος, θα αποτελεσθή ολόκληρος ο άνθρωπος, καί, φυσικά, τότε τα σώματα τόσο των δικαίων όσο και των αδίκων θα είναι πνευματικά, δηλαδή δεν θα έχουν ανάγκη τροφής, δεν θα περιορίζονται από αποστάσεις και άλλους περιορισμούς. Η ανάσταση είναι ένα δώρο που χορηγείται σε όλους τους ανθρώπους, δικαίους και αδίκους.
Πρέπει να παρατηρηθή ότι στην παραβολή αυτή ο Χριστός αναφέρει το όνομα του πτωχού, ενώ το όνομα του Πλουσίου το αγνοεί. Αυτό δείχνει ότι ο Λάζαρος, επειδή ζούσε με τον Θεό, ήταν σωτηριολογικά πρόσωπο, αληθινή υπόσταση, ενώ ο Πλούσιος, καίτοι ήταν άνθρωπος, εν τούτοις δεν ήταν υπόσταση σωτηριολογικά. Αυτό σημαίνει ότι πραγματικός άνθρωπος είναι εκείνος που έχει ψυχή, σώμα, αλλά και την Χάρη του Θεού μέσα στην ψυχή και το σώμα του. Ενώ ο άνθρωπος που δεν έχει το Άγιον Πνεύμα, είναι οντολογικά πρόσωπο, όμως δεν είναι πρόσωπο εν σχέσει με τον Θεό, για τον απλούστατο λόγο ότι έχει υποδουλωθή στα πράγματα. Ο νούς του αντί να στρέφεται στον Θεό, στρέφεται στην ύλη και υποδουλώνεται σε αυτήν.
Π έ μ π τ ο ν. Στην παραβολή λέγεται ότι ο Πλούσιος ευρισκόμενος στον άδη είδε τον Αβραάμ “καί Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού”. Με το πρόσωπο του Αβραάμ εννοείται ο Θεός. Το να βρίσκεται κανείς στους κόλπους του Θεού σημαίνει να έχη κοινωνία με τον Θεό.
Στους κόλπους, πίσω από το στήθος, ευρίσκεται η καρδιά του ανθρώπου. Η καρδιά, που είναι η πηγή της βιολογικής ζωής, είναι σύμβολο της αγάπης. Όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη τόσο και μεγαλύτερη είναι η γνώση, αφού συνδέεται στενά η γνώση με την αγάπη. Καί, βέβαια, αυτή η αγάπη συνιστά την κοινωνία και ένωση. Έτσι, το να βρίσκεται κανείς στους κόλπους δηλώνει ότι συνδέεται με τον αγαπώμενο, υπάρχει ενότητα μεταξύ τους.
Η έκφραση, λοιπόν, ότι ο Λάζαρος βρισκόταν στους κόλπους του Αβραάμ δείχνει παραστατικά την κοινωνία του με τον Θεό, η οποία συνδέεται με την γνώση και την αγάπη. Κάνοντας λόγο για την γνώση του Θεού, εννοούμε την “κοινωνία εν τη υπάρξει”. Δεν πρόκειται για μια εγκεφαλική γνώση, αλλά για εκείνη που συνδέεται με την αγάπη, με αυτήν την ίδια την ζωή.
Ο Λάζαρος δεν φαίνεται να στενοχωρήται για την φρικτή δοκιμασία του Πλουσίου, δεν βλέπει την Κόλαση, ενώ ο Πλούσιος βλέπει την δόξα του Παραδείσου. Πραγματικά, εκείνος που ζη μέσα στο άκτιστο Φώς, στην μεγάλη θεωρία του Θεού, όπως λέγουν οι Πατέρες μας, ξεχνά τον κόσμο. Το Φώς είναι τόσο μεγάλο, τόσο εκτυφλωτικό που δεν αφήνει να δη κανείς και κάτι άλλο διαφορετικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άγιοι δεν προσεύχονται για ολόκληρο τον κόσμο. Προσεύχονται και παρακαλούν τον Θεό, έχοντας, μάλιστα, μεγαλύτερη κοινωνία μαζί Του. Βρίσκονται όμως σε μια κατάσταση που δεν μπορούμε να εννοήσουμε. Μόνο αν την εξετάσουμε μέσα από τις θείες εμπειρίες των αγίων, τότε μπορούμε να την καταλάβουμε.
Έ κ τ ο ν. Ενώ ο Λάζαρος βρισκόταν στους κόλπους του Αβραάμ, ο Πλούσιος φλεγόταν στον άδη. Μάλιστα, θα παρακαλέση τον Αβραάμ να στείλη τον Λάζαρο για να καταψύξη την γλώσσα του, γιατί, όπως είπε χαρακτηριστικά, “οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη”.
Εδώ γίνεται λόγος για άδη και όχι για Κόλαση. Γιατί η Κόλαση θα αρχίση μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και το μελλοντικό δικαστήριο, ενώ οι ψυχές των αμαρτωλών, μετά την έξοδό τους από το σώμα, βιώνουν τον άδη. Κατά την διδασκαλία των αγίων Πατέρων, ο άδης είναι ένας νοητός τόπος, είναι η πρόγευση της Κολάσεως, όταν ο άνθρωπος δέχεται την καυστική ενέργεια του Θεού.
Έγινε μεγάλη συζήτηση για τα θέματα αυτά στην Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας και διασώζονται οι απόψεις και η διδασκαλία του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, που είναι αποκαλυπτικές. Το πυρ στο οποίο φλεγόταν ο Πλούσιος δεν ήταν το λεγόμενο καθαρτήριο πυρ των Λατίνων, από το οποίο περνούν όλες οι ψυχές των ανθρώπων, δεν ήταν κτιστό πυρ αλλά άκτιστο. Δηλαδή και οι αμαρτωλοί δέχονται τις ακτίνες του θείου Φωτός, αλλά επειδή πέθαναν χωρίς μετάνοια, χωρίς να θεραπευθούν, βιώνουν την καυστική ενέργεια του Φωτός. Έτσι, κατά τον βαθμό της θεραπείας ή της ασθενείας, οι άνθρωποι δέχονται την ίδια Χάρη ή ως φως ή ως πύρ.
Πρέπει ακόμη να παρατηρηθή ότι ο Πλούσιος έβλεπε τον Αβραάμ και τον Λάζαρο στους κόλπους του, έβλεπε την δόξα του Αβραάμ, αλλά δεν είχε μέθεξη αυτής της δόξης. Αντίθετα ο Λάζαρος και έβλεπε και είχε μέθεξη. Αυτό είναι πολύ σημαντικό σημείο, γιατί δείχνει ότι στην άλλη ζωή όλοι θα δούν τον Θεό, αλλά οι δίκαιοι θα έχουν κοινωνία, μέθεξη, ενώ οι αμαρτωλοί δεν θα έχουν μέθεξη και κοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο λόγος του Χριστού για την μελλοντική δίκη. Εκεί όλοι θα δούν τον Κριτή, όλοι θα συνομιλήσουν μαζί Του, αλλά άλλοι θα απολαύσουν την δόξα Του, και άλλοι θα βιώσουν την καυστική ενέργεια της θείας Χάριτος.
Έ β δ ο μ ο ν. Ο Πλούσιος ενδιαφερόταν για τους ζώντας στον κόσμο αδελφούς του και παρακαλούσε τον Αβραάμ να στείλη τον Λάζαρο για να τους κηρύξη μετάνοια. Επομένως, παρά τον χωρισμό της ψυχής του ανθρώπου από τον παρόντα κόσμο, ωστόσο υπάρχει γνώση και κοινωνία, εκδηλώνεται ένα ενδιαφέρον.
Αυτό το γεγονός μαζί με άλλα στοιχεία δείχνει ό,τι λέγαμε προηγουμένως, ότι η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου δεν αναφέρεται στην μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού ζωή, αλλά στην ζωή μετά θάνατο μέχρι την Δευτέρα Παρουσία. Σαφώς πρόκειται για την λεγομένη μέση κατάσταση των ψυχών.
Οι άγιοι ενδιαφέρονται σωτηριολογικά για τον κόσμο. Δια της Χάριτος του Θεού ακούν τις προσευχές μας, και τις αναβιβάζουν στον Θεό. Γι’ αυτό και εμείς προσευχόμαστε στους αγίους μας. Με τις εορτές που έχουμε καθιερώσει στην μνήμη τους δείχνουμε ότι είναι άγιοι, ενώθηκαν με τον Θεό, αναμένουν και την ανάσταση των σωμάτων, τα οποία και από τώρα δέχονται, με την αφθαρσία τους, τα προοίμια του μέλλοντος αιώνος. Και εμείς ενδιαφερόμαστε για τους κεκοιμημένους. Προσευχόμαστε στους αγίους για να προσεύχωνται για μας στον Θεό, ζητάμε τις πρεσβείες τους, ενώ προσευχόμαστε στον Θεό για όλους τους άλλους κεκοιμημένους για να ελεηθούν. Αυτό, εκτός του ότι είναι δείγμα κοινωνίας μεταξύ μας, συγχρόνως εκφράζει και κάτι άλλο βαθύτερο.
Κατά την διδασκαλία των αγίων Πατέρων, όταν ο άνθρωπος εισέλθη στην μετάνοια, στο στάδιο της καθάρσεως, συνεχώς εξελίσσεται. Υπάρχει διαρκής τελείωση, τόσο στην λεγομένη μέση κατάσταση των ψυχών, όσο και στην μετά την Δευτέρα Παρουσία ζωή. Οι βαθμοί της πνευματικής ζωής είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Βέβαια, αυτά δεν πρέπει να νοηθούν ως στεγανοποιημένες καταστάσεις, αλλά ως μέθεξη της Χάριτος του Θεού. Αν ο άνθρωπος αγωνίζεται να καθαρθή, τότε η Χάρη του Θεού που τον καθαρίζει λέγεται καθαρτική ενέργεια. Όταν ο νούς του είναι φωτισμένος, σημαίνει ότι δέχεται την ενέργεια του Θεού που τον φωτίζει και λέγεται φωτιστική ενέργεια. Και όταν βρίσκεται στην θέωση, αυτό γίνεται με την Χάρη του Θεού που λέγεται θεοποιός. Η πορεία είναι διαρκής. Έτσι, όσοι μετανόησαν, πριν εξέλθη η ψυχή από το σώμα, αυτοί εξελίσσονται και γίνονται χωρητικότεροι στην άκτιστη Χάρη. Γι’ αυτό τελούμε τα μνημόσυνα και προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους.
Όσοι, όμως, κατά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, δεν μετανόησαν, αυτοί, επειδή δεν έχουν πνευματική όραση, βιώνουν μόνο την καυστική ενέργεια του Θεού, καί, βέβαια, δεν πρόκειται ποτέ να έχουν μέθεξη στο αγαθό. Προσευχόμαστε όμως για όλους, γιατί δεν ξέρουμε την εσωτερική τους πνευματική κατάσταση.
Ό γ δ ο ο ν. Στην παραβολή λέγεται ότι μεταξύ του τόπου που βρισκόταν ο Αβραάμ και του άδου, όπου βρισκόταν ο Πλούσιος, υπήρχε “χάσμα μέγα”, και δεν ήταν δυνατόν να γίνη μετάβαση του ενός προς τον άλλο.
Φυσικά, δεν πρόκειται περί ιδιαιτέρου χώρου, αλλά, όπως αναφέραμε προηγουμένως, ενός ιδιαιτέρου τρόπου ζωής. Υπάρχει σαφής διαφορά μεταξύ Παραδείσου και Κολάσεως, ως ιδιαιτέρων τρόπων ζωής.
Ο Παράδεισος και η Κόλαση δεν υπάρχει εξ επόψεως Θεού, αλλά εξ επόψεως ανθρώπου. Ο Θεός στέλλει την Χάρη Του προς όλους τους ανθρώπους, αφού αυτός “ανατέλλει τον ήλιον επί δικαίους και αδίκους και βρέχει επί πονηρούς και αγαθούς”. Αν ο Θεός μας δίνη εντολή να αγαπούμε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους εχθρούς μας, το ίδιο κάνει και Εκείνος. Είναι αδύνατον να μη αγαπά και τους αμαρτωλούς. Όμως ο κάθε άνθρωπος, ανάλογα με την πνευματική του κατάσταση, αισθάνεται διαφορετικά την αγάπη του Θεού.
Το φως έχει δύο ιδιότητες, ήτοι την φωτιστική και την καυστική. Εάν κάποιος άνθρωπος έχη καλή όραση ευεργετείται από την φωτιστική ιδιότητα του ηλίου, του φωτός, και χαίρεται όλη την δημιουργία. Αν όμως κάποιος άλλος στερήται οφθαλμού, δεν έχει όραση, τότε αισθάνεται την καυστική ιδιότητα του φωτός. Αυτό θα γίνη και στην μέλλουσα ζωή, καθώς επίσης και στην ζωή της ψυχής μετά την έξοδό της από το σώμα. Ο Θεός θα αγαπά και τους κολασμένους, αλλά αυτοί θα αδυνατούν να αισθανθούν αυτήν την αγάπη ως φώς. Θα την αισθάνωνται ως πύρ, επειδή δεν θα έχουν πνευματικό οφθαλμό και πνευματική όραση.
Γίνεται κάτι ανάλογο με την θεία Κοινωνία. Όλοι μπορούν να κοινωνήσουν, αλλά για τους προετοιμασμένους και καταλλήλους γίνεται φως και ζωή, για τους αναξίως προσερχομένους γίνεται κρίμα και κατάκριμα.
Αυτό η Εκκλησία το παρουσιάζει στην εικονογράφηση της Δευτέρας Παρουσίας. Βλέπουμε εκεί ότι από τον θρόνο του Θεού εξέρχεται το φώς, μέσα στο οποίο βρίσκονται οι άγιοι, και από τον ίδιο θρόνο πηγάζει ο πύρινος ποταμός, μέσα στον οποίο βρίσκονται οι αμετανόητοι αμαρτωλοί.
Γι’ αυτό στην Ορθόδοξη Εκκλησία δίνουμε μεγάλη σημασία στην θεραπεία του ανθρώπου. Η Εκκλησία είναι ένα πνευματικό Νοσοκομείο, θεραπευτήριο, που θεραπεύει τον πνευματικό οφθαλμό, που είναι ο νούς. Αυτός νοσεί και αυτός πρέπει να θεραπευθή. Αυτό είναι όλο το έργο της Εκκλησίας.
Έ ν α τ ο ν. Στην παράκληση του Πλουσίου να στείλη ο Αβραάμ τον Λάζαρο στην γη και να κηρύξη στους αδελφούς του μετάνοια, ο Αβραάμ δεν ανταποκρίθηκε και δικαιολόγησε αυτή την θέση του λέγοντας ότι εφ’ όσον οι άνθρωποι δεν ακούν τον Μωϋσή και τους Προφήτας, τότε “ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται”.
Ο σαρκικός άνθρωπος δεν μπορεί να μετανοήση όσα θαύματα κι’ αν δη στην ζωή του. Ζή μέσα σε θανατηφόρο ύπνο. Αυτή είναι μια πραγματικότητα. Αν δεν ενεργοποιηθή η ελευθερία του ανθρώπου, δεν υπάρχει μετάνοια. Τα πάντα γίνονται με την ενέργεια του Θεού και την συνέργεια του ανθρώπου.
Άλλωστε, το μεγαλύτερο γεγονός μέσα στην ιστορία είναι η ενανθρώπηση του Χριστού, η Ανάστασή Του, και η ίδρυση της Εκκλησίας, η οποία είναι το Σώμα του αναστημένου Θεανθρώπου Χριστού. Αν ο άνθρωπος δεν μπορή να εμπνευσθή από αυτήν την συγκλονιστική πραγματικότητα, αν δεν μπορή να πεισθή από την ζωή τόσων αγίων, που είναι μέλη του αναστημένου Σώματος του Χριστού, δεν θα πεισθή με το μεγαλύτερο θαύμα.
Η σωτηρία και αναγέννηση του ανθρώπου δεν είναι υπόθεση ταχυδακτυλουργικών ενεργειών, αλλά καρπός ελευθέρας εκφράσεως του θελήματός του, καρπός πόνου, αγώνος και ιδρώτων πολλών. Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι στην εποχή μας αρκούνται στα μαγικά, τα εξωτερικά γεγονότα. Το να πεισθή κανείς για την ύπαρξη της άλλης ζωής είναι υπόθεση εσωτερικής πνευματικής ευαισθησίας. Γιατί, κι’ αν ακόμη αναστηθή ένας άνθρωπος, είναι ενδεχόμενο να εκληφθή ως φάντασμα.
Γίνεται πολύς λόγος σήμερα για τις λεγόμενες επιθανάτιες εμπειρίες. Μερικοί ισχυρίζονται ότι βγήκε η ψυχή τους από το σώμα ή ακόμη πλησίασε προς την έξοδό της και στην συνέχεια επέστρεψε στο σώμα. Διηγούνται τα όσα φοβερά είδαν και αντιμετώπισαν.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία λέμε ότι υπήρξαν περιπτώσεις που επανήλθε η ψυχή στο σώμα, αναστήθηκαν, δηλαδή, με την δύναμη του Χριστού. Αυτά, όμως, είναι έκτακτα γεγονότα, που δεν συμβαίνουν στον καθένα. Υπάρχουν άγιοι που είχαν τέτοιες φοβερές εμπειρίες, αφού έζησαν στην προσωπική τους ζωή τί είναι Κόλαση και Παράδεισος, βίωσαν τις φλόγες του άδου, είδαν αγγέλους και δαίμονες. Όταν επανήλθαν στον εαυτό τους, έζησαν ζωή μετανοίας και κήρυτταν σε άλλους την μετάνοια. Όμως λέμε ότι οι περισσότερες από αυτές τις εμπειρίες ή είναι δαιμονικές ή είναι καρποί απωθημένων βιωμάτων και επιθυμιών ή είναι φαντασίες ή ακόμη είναι αποτελέσματα των ηρεμιστικών και ναρκωτικών φαρμάκων, που δίνονται για να μη πονούν στην φρικτή δοκιμασία των ασθενειών τους. Πραγματικά, χρειάζεται μεγάλη διάκριση για να μπορή κανείς να διακρίνη αυτές τις καταστάσεις, εάν προέρχωνται από τον Θεό, από τον διάβολο ή από ψυχολογικές και σωματικές ανωμαλίες.
Εμείς στην Εκκλησία δεν περιμένουμε αναστάσεις αγίων ή εμπειρίες τέτοιων καταστάσεων για να πιστεύσουμε, αλλά έχουμε την Αγία Γραφή, τους βίους των Προφητών, Αποστόλων και αγίων, έχουμε τους λόγους τους και τις διδασκαλίες τους, καθώς επίσης έχουμε και τα άγια λείψανά τους και πιστεύουμε ότι υπάρχει αιώνια ζωή. Μερικές δε φορές ο καθένας μας αξιώνεται από τον Θεό να βιώση μέσα στην καρδιά του τί είναι Κόλαση και τί είναι Παράδεισος.
Πέρα από αυτά τηρούμε τις εντολές του Χριστού για να θεραπευθούμε, ώστε να λύσουμε πολλά υπαρξιακά, διαπροσωπικά, κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα. Η εφαρμογή των εντολών του Θεού μας καθιστά ισορροπημένους ανθρώπους.
Δ έ κ α τ ο ν. Στην παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου υποδεικνύεται και ο τρόπος που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε για να θεραπευθούμε, και έτσι μετά τον θάνατο και μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού να βιώσουμε τον Θεό ως φως και όχι ως πύρ. Ο Αβραάμ είπε στον Πλούσιο: “έχουσι Μωϋσέα και προφήτας, ακουσάτωσαν αυτών”. Πρέπει να τηρούμε τον νόμο και να υπακούουμε στους Προφήτες κάθε εποχής.
Προφήτης είναι αυτός που με την Χάρη του Θεού βλέπει τα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος, γεύεται από τώρα την Βασιλεία του Θεού. Τέτοιοι Προφήτες υπήρχαν τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη. Αυτοί έλαβαν την Αποκάλυψη, αυτοί έζησαν την Βασιλεία του Θεού, γνώρισαν τα μυστήριά της και στην συνέχεια τα απεκάλυψαν στον λαό.
Οι Προφήτες, που ταυτίζονται με τους πραγματικούς θεολόγους και τους πνευματικούς πατέρες, αναγεννούν τους ανθρώπους και τους οδηγούν προς την ζωή. Η πνευματική καθοδήγηση συνδέεται και ταυτίζεται με την πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου. Πραγματικά, δεν μπορεί κανείς να αναγεννηθή, αν δεν συνδεθή με έναν θεούμενο άνθρωπο, έναν Προφήτη.
Και στην εποχή μας υπάρχουν Προφήτες που κηρύττουν μετάνοια, στρέφουν τον νού μας προς τον Θεό, μας υποδεικνύουν έναν άλλο τρόπο σκέψεως και ζωής. Κι’ αν δεν μπορέσαμε να συναντήσουμε έναν τέτοιο Προφήτη, όμως υπάρχουν οι λόγοι των Προφητών και μπορούμε διαβάζοντάς τους να μάθουμε τί είναι η Βασιλεία του Θεού και τί πρέπει να κάνουμε για να την απολαύσουμε.
Αυτές οι γενικές σκέψεις, που είναι τα βασικά σημεία της ορθοδόξου εσχατολογίας, διατυπώθηκαν εδώ πολύ συνοπτικά, με τρόπο απλό. Την λεπτομερή ανάλυση των θέσεων αυτών, τεκμηριωμένη από την διδασκαλία των αγίων Πατέρων, μπορεί ο αναγνώστης να βρη στα κεφάλαια που ακολουθούν. Έχοντας υπ’ όψη του τα βασικά αυτά σημεία θα κατανοήση και όσα πρόκειται να αναγνώση.